Μια φορά σε έναν καιρό αν μου έλεγαν να πιστέψω στις νεράιδες, θα γελούσα και θα κορόιδευα. Όλα πριν μάθω για τον μικρό Νίκο, ένα παιδάκι που γεννήθηκε υπό τις καλύτερες προϋποθέσεις με έναν αδερφό λίγο μεγαλύτερο του και τους γονείς του ακόμα μικρούς, με όρεξη για να του προσφέρουν μια υπέροχη ζωή.
Ο Νικόλας ήταν ένα τυπικό παιδί της πόλης. Μεγάλωσε στη γειτονιά του παίζοντας στους δρόμους με τους φίλους του μπάλα και ότι κάθε σκανταλιάρης της ηλικίας του θα έκανε. Τα σαββατοκύριακα ίσως έφευγε με τον πατέρα του για το χωριό για λίγες μέρες με τον παππού και τη γιαγιά. Τα προβλήματα ποτέ δεν έλειπαν, άλλοτε για τα δύσκολα οικονομικά κι άλλοτε επειδή οι γονείς ακόμα κι αν ξεκίνησαν στο ίδιο μονοπάτι, πολλές φορές έβρισκαν ο ένας τον άλλο σε διαφορετικούς δρόμους. Στοιχεία μιας τυπικής οικογένειας. Βιώματα που όλοι ζήσαμε κάποτε με τους γονείς μας.
Ο Νίκος μεγάλωνε και μαζί του μεγάλωναν και τα προβλήματα της οικογένειας. Πολλές φορές έβλεπε τους γονείς του να φωνάζουν, να αντιδρούν άσχημα και εκείνος να βρίσκεται στη μέση άλλοτε ξεσπώντας σε κλάματα κι άλλοτε καταπίνοντας τα δάκρυά του γιατί έπρεπε να δείξει πως είναι άντρας. Συχνά, κατηγορούσε τον εαυτό του. “Να περάσουν τα χρόνια και να φύγω από εδώ. Να αλλάξουν όλα” μονολογούσε συχνά και αναρωτιέμαι αν μπορούσε η φυγή να ήταν η λύση.
Μέσα από την κατάσταση που επικρατούσε ο Νικόλας έμαθε να ένα πράγμα κι αυτό ήταν να πνίγει τα συναισθήματά του. Όλοι στη γειτονιά θα σου μιλούσαν για το πόσο καλόκαρδος νεαρός είχε εξελιχθεί, όμως πως να ήξεραν τι πόνο έκρυβε μέσα του. Όταν μάλιστα έφτανε η τελευταία χρονιά στο σχολείο, υποσχέθηκε στον εαυτό του να κάνει ότι ήταν δυνατό για να φύγει μακριά. Η διέξοδος, η λύση στην επιθυμία του ήταν οι σπουδές. Σπουδές μακριά από το σπίτι του στο Ρέθυμνο. Σε ένα μέρος ξένο, σε μια νέα αρχή, χωρίς προβλήματα, με μοναδικό σύντροφο, την καρδιά και τις δυνάμεις του.
Οι μήνες πέρασαν και ο Νίκος κέρδισε με την αξία του ένα εισιτήριο μακριά απ’ το σπίτι του. Ίσως την ημέρα των αποτελεσμάτων να μην κοίταξε καν την πόλη ή το πανεπιστήμιο στο οποίο πέρασε. Του αρκούσε που δεν έγραφε Ρέθυμνο. Το διάστημα που ακολούθησε μέχρι να φύγει για να ξεκινήσει στις σπουδές του, ήταν πολύ δύσκολο. Οι γονείς του αποφάσισαν να χωρίσουν, ο αδερφός του είχε ήδη φύγει για σπουδές και ο Νίκος θα ήταν μόνος του σε όλο αυτό. Η συντροφιά του ήταν η αγαπημένη του Μαρία, όμως κι αυτή θα έπρεπε να την αποχωριστεί. Το μέλλον ξεκινούσε στην Αλεξανδρούπολη. Ο Νίκος ήταν έτοιμος για τη νέα του σελίδα και η σελίδα αυτή θα ήταν μεγάλη.
Η πρώτη μέρα στην Αλεξανδρούπολη ήταν πολύ παράξενη. Σαν ένας τρόφιμος που μόλις αποφυλακίστηκε. Για τον Νίκο τώρα άρχιζε η ζωή. Ναι, ίσως στην αρχή να ήταν φοβισμένος, όμως μέσα του ήθελε απλά να ζήσει για τον εαυτό του. Να βιώσει τις δικές του εμπειρίες, να πληρώσει τα δικά του λάθη. Και θα το έκανε!
Όταν ήρθε η μέρα να γραφτεί στο πανεπιστήμιο δεν ένοιωθε δέος ή αγωνία. Ήθελε απλά να ζήσει και αυτό. Όπως ο ερωτευμένος που βιάζεται να φιλήσει για πρώτη φορά την κοπέλα του. Κοπέλα είπα; Μα βέβαια, ο Νίκος δεν μπορούσε να μείνει αδιάφορος στα κορίτσια που περνούσαν από μπροστά του. Νόμιζε πως όλες του χαμογελούσαν κι εκείνος ψιθύριζε στον εαυτό του: “Έφτασα στον παράδεισο”! Οι πρώτες γνωριμίες όμως δεν είναι κορίτσια, είναι αγόρια. Πολλά αγόρια. Θα το συνειδητοποιήσετε αν τον δείτε να κανονίζει εξόδους με τους νέους του συμφοιτητές κατά δεκάδες. Δεν υπερβάλλω. Έχουν πολύ πλάκα οι πρωτοετείς. Έτσι κι ο Νίκος στο πρώτο εξάμηνο γνώρισε πολλά παιδιά. Με άλλα αντάλλασαν μια καλημέρα, με άλλα μερικές σημειώσεις και με άλλα τα βράδια τους μακριά από το Πανεπιστήμιο.
Με τον Δημήτρη συναντήθηκαν μακριά από τα θρανία για πρώτη φορά σε ένα ταξίδι τους στην Κρήτη. Ήταν και οι δύο κρητικοί, όμως δεν ήταν το μοναδικό τους κοινό. Σύντομα διαπίστωσαν πως μαζί μπορούσαν να ξεσηκώσουν ένα αεροδρόμιο και ένα αεροπλάνο με τα πειράγματά τους. Εν καιρώ θα διαπίστωναν πως μαζί μπορούσαν να κάνουν πολλά περισσότερα. Σε λίγο καιρό ο Νίκος χώρισε με τη Μαρία. Η απόσταση βλέπετε είναι δύσκολο βίωμα. Ο Δημήτρης στάθηκε πιο τυχερός. Γνώρισε στην Αλεξανδρούπολη την Εύη. Μαζί δημιούργησαν μια άλλοτε μικρή κι άλλοτε μεγάλη παρέα, με χαρακτηριστικό πάντα το γέλιο και την ξεγνοιασιά. Πολλές φορές θαρρείς πως το γέλιο τους θα τους έκοβε την ανάσα. Γελάω μέχρι και σήμερα όσο το σκέφτομαι.
Ο Νίκος τίμησε την παρέα του και θυμάμαι πως πάντοτε βρέθηκε δίπλα σε όποιον είχε ανάγκη. Η παρέα ήταν πολύ δεμένη, όμως ο Νίκος κατά τη διάρκεια των φοιτητικών του χρόνων δεν έχασε την ευκαιρία να ζήσει όμορφες στιγμές και με μερικές συμφοιτήτριές του. Η Αγγελική ήταν η καθώς πρέπει, η Άννα η ντροπαλή, η Αλέκα ήταν πιο ατίθαση και η Αθανασία το απωθημένο. Με την Αθανασία ήταν πάντοτε τόσο κοντά ο Νίκος, όμως ποτέ δεν πήρε αυτό που ονειρευόταν από εκείνη. Και όταν οι σχέσεις τελείωναν ο Δημήτρης και η παρέα του ήταν εκεί για να τον στηρίξουν. Σαν ένα “λόγο τιμής” χωρίς ημερομηνία λήξης. Εκεί όταν μεθούσε, εκεί όταν χρειάστηκε βοήθεια στις εξετάσεις, εκεί όταν μπήκε στο νοσοκομείο, εκεί για μια παρέα απλή, αλλά αληθινή. Ο Νίκος είχε μάθει από μικρός να πνίγει τα συναισθήματά του, όμως ότι δεν εξέφραζε συναισθηματικά, το έκανε εκφράζοντας το φιλότιμό του. Και αυτό το φιλότιμο δε θα το βρεις πουθενά.
Σκεφτόμενος σήμερα τι προσέφερε η Αλεξανδρούπολη στο Νίκο, καταλήγω στο ότι το πτυχίο είναι το λιγότερο. Ο Νίκος έφυγε από το Ρέθυμνο ως ένας νεαρός, άβγαλτος από τη ζωή, ταλαιπωρημένος από τα οικογενειακά του προβλήματα κι εκεί μεταλλάχτηκε. Έγινε ένας άνδρας ανεξάρτητος, υπεύθυνος των πράξεων του, με λόγο και πυγμή. Αυτός ο νέος δημιούργησε μια δεύτερη οικογένεια στην μακρινή αυτή πόλη, όμως το έκανε με στοιχεία δικά του, στοιχεία που δεν είναι εύκολο να βρεις. Όμως όπως και αν το εξετάσεις, η Αλεξανδρούπολη ήταν ένα σχολείο. Σχολείο της ζωής. Και όπως κάθε τάξη, έτσι κι αυτή έφτασε στο τέλος της. Όλη η παρέα βρέθηκε στον δρόμο της επιστροφής.
Ο Νίκος γύρισε πίσω με το Δημήτρη. Οι δύο φίλοι θα συνέχιζαν την κοινή τους πορεία και στο Ρέθυμνο και μαζί θα ήταν και η Εύη. Ο Δημήτρης κατέληξε να παντρευτεί την Εύη και τώρα οι τρεις τους συνέχισαν να αποτελούν μια αχώριστη παρέα και εκεί. Η παρέα εμπλουτιζόταν κατά καιρούς. Βλέπετε ο Νίκος παρέμεινε ερωτικά δραστήριος και στο Ρέθυμνο. Άλλοτε με τη Βίκυ το φωτομοντέλο ή την Βάσω που ήταν το ατελείωτο σεξ! Στην πορεία εμφανίστηκε και η Βανέσα. Η Βανέσα ίσως ήταν η πιο σοβαρή του σχέση. Και ίσως η πιο ταιριαστή στην παρέα. Κι όμως, η παρέα ήταν η αιτία που ο Νίκος τελείωσε τη σχέση του μαζί της.
- “Μπορείς να διαλέξεις Νίκο. Εγώ σε θέλω. Απλά δεν αισθάνομαι καλά με τους φίλους σου” του είχε πει εκείνη κι αυτός χωρίς πολύ σκέψη της έδωσε την απάντηση που επιζητούσε
- “Κι εγώ σε θέλω, όμως οι φίλοι μου δεν είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης” της απάντησε αφοπλιστικά και έφυγε μακριά της.
Ο Δημήτρης αισθανόταν ίσως υπεύθυνος. Προσπάθησε να μεταπείσει το φίλο του, να τον πείσει να επιλέξει εκείνη αντί γι’ αυτόν. Μάταια όμως “φίλος τι θα γίνει με σένα; Είσαι ο καλύτερος άνθρωπος που υπάρχει σε αυτόν τον κόσμο” Ο Δημήτρης με τον Νίκο δεν ήταν απλά δεμένοι. Δούλευαν σε διπλανά γραφεία, περνούσαν τις άδειές τους μαζί, τον ελεύθερό τους χρόνο μαζί κι όμως ο Νίκος ποτέ δεν έφυγε μακριά από την οικογένειά του. Τη μάνα του, τη γιαγιά και τον παππού και τους θείους του. Τους ανθρώπους που τον στήριξαν όσο κανένας από την ημέρα που ενηλικιώθηκε.
Αλήθεια αν σκεφτεί κανείς πιο ψύχραιμα, θα καταλήξει στο ότι ο Δημήτρης λίγα προσέφερε στον φίλο του. Πιο λίγα σε σχέση με αυτά που ο Νίκος προσέφερε σε αυτόν. Όμως αν πιστεύετε στο λόγο μου, τότε η προσευχή του Δημήτρη για τον κολλητό του, τον ‘φίλος’ του όπως αποκαλούσε ο ένας τον άλλο, ήταν η πιο καθοριστική. “Δεν ξέρω τι είναι αρκετό να ξεπληρώσει το μεγαλείο ψυχής αυτού του παιδιού, δεν βρίσκω τίποτα που να συγκρίνεται με την καλοσύνη και την αυτοθυσία του, έτσι το αφήνω πάνω Σου. Κρίνε εσύ το καλύτερο για εκείνον”. Και ένα ταξίδι θα ήταν αρκετό για να απαντήσει ο Θεός.
Ο αδερφός του Νίκου δεν είναι καιρός που είχε παντρευτεί στην Κύπρο και ένα του ταξίδι στο Ρέθυμνο θα άλλαζε τα πάντα. Το ζευγάρι είχε έρθει για διακοπές και μαζί ήταν μια πολύ καλή τους φίλη από την Κύπρο. Φυσικά οι παρέες ήταν κοινές.
Ο Νίκος δεν άργησε να παρατηρήσει την Χριστιάνα, τη φίλη του αδερφού του και το ίδιο έκανε και ο Δημήτρης, άλλωστε οι δύο φίλοι επικοινωνούσαν με τα μάτια. Σε μια ευκαιρία μόνο ο Δημήτρης πρόλαβε να προτρέψει πονηρά τον κολλητό του: “Έλα ρε φίλος! Δείξε πόσο φιλόξενοι είμαστε στην Κρήτη”! Δεν ξέρω αν αυτή ήταν η αφορμή, όμως οι δυο νέοι ήρθαν πολύ κοντά αυτές τις μέρες. Η Χριστιάνα έφυγε όμως η επικοινωνία τους δε χάθηκε. Θα μιλούσαν για ώρες έκτοτε ξανά και ξανά. Θα ήταν ανούσιο να γράψω πως ο Νίκος δεν έτρεφε ιδιαίτερα αισθήματα για την Χριστιάνα. Συνέβαινε όμως το ίδιο και από την πλευρά της;
Την απάντηση έδωσε η ίδια. Επισκέφθηκε ξανά την Κρήτη για τον Νίκο και πλέον ήταν φανερό πως μέσα τους είχε γεννηθεί ένας δύσκολος έρωτας από απόσταση, όμως ποιός σας λέει πως ο πραγματικός έρωτας είναι για τα εύκολα; Καθημερινά ατέλειωτα τηλέφωνα και συχνά ταξίδια από την Κρήτη στην Κύπρο και από την Κύπρο στην Κρήτη, ήταν το οξυγόνο της σχέσης αυτής. Και ξέρετε… ο Νίκος δεν είχε όλη τη συμπαράσταση που χρειαζόταν. Ο Δημήτρης ήταν επιφυλακτικός. Δεν θα ήθελε να ρισκάρει την καρδιά του φίλου του για μια γυναίκα πολλά χιλιόμετρα μακριά. Κι όμως ο καιρός περνούσε και μαζί η αγάπη των δύο ρίζωνε, μέχρι που άνθισε το πρώτο λουλούδι: “Φίλος. Θα πάω στην Κύπρο. Θα μείνω μαζί με τη Χριστιάνα. Δεν έχω λόγο να διακόψω μια τόσο ωραία σχέση”. Ο Δημήτρης το περίμενε, όμως και πάλι φρόντισε να δυσκολέψει το φίλο του. Του επίστησε την προσοχή σε όλα όσα μπορούσαν να συμβούν. Τον προειδοποίησε για οτιδήποτε άσχημο μπορούσε να συμβεί, μα ο Νίκος ήταν πάντοτε έτσι. Έβαζε έναν στόχο και τον κυνηγούσε με οποιοδήποτε κόστος. Έτσι τα κατάφερε ως τώρα. Έτσι θα συνέχιζε! Ως τότε όμως είχε να αντιμετωπίσει και την δυσπιστία όλων. Φίλων και συγγενών. “Ξέρω τις επιφυλάξεις σου και άκουσα όσα μου είπες. Έχω πάρει την απόφαση μου και τώρα θέλω να με στηρίξεις” είπε ο Νίκος στο φίλο του και εκείνος του έδωσε το λόγο της τιμής.
Ο Νίκος έφτασε στην Κύπρο. Κανείς δε λέει ότι είναι όλα εύκολα, όμως όταν η αγάπη είναι τόσο δυνατή, ποιός κοιτάει τις δυσκολίες; Ο Νίκος βρήκε δουλειά, έμαθε τη ζωή εκεί και η ζωή έμαθε το Νίκο. Ο Δημήτρης πάντα περίμενε νέα του φίλου του. Ήθελε πάντα να ξέρει ότι είναι καλά. Ότι τα όνειρά του πραγματοποιούνται. Κάθε φορά που άκουγε πως είναι καλά, αισθανόταν λιγότερο το βάρος της απουσίας του από δίπλα του.
Μια μέρα, καιρό μετά, ο Νίκος είχε πραγματικά νέα! “Η Χριστιάνα είναι έγκυος. Παντρευόμαστε σε λίγο καιρό”. Η μέρα έφτασε και ξαφνικά παλιές γνώριμες φυσιογνωμίες ήταν και πάλι μαζί. Όχι στην Αλεξανδρούπολη, αλλά στην Κύπρο κι όχι για έναν καφέ όπως παλιά, αλλά για να γιορτάσουν το μέγιστο γεγονός. Ο Νίκος και η Χριστιάνα έδιναν νόημα στην αγάπη ή μάλλον η αγάπη οριζόταν πλέον από τους δυο τους. Ήταν ένα αξέχαστο διήμερο. Από πολλές απόψεις. Το παλικάρι με το άκακο χαμόγελο, με το ασύγκριτο φιλότιμο, εκείνος που δούλευε πάντα για τους άλλους, είχε επιτέλους μια ολόκληρη μέρα για εκείνον. Για να γιορτάσει την απαρχή μιας νέας ζωής. Την μετατροπή του στον μέλλοντα πατέρα, στον σύζυγο μιας υπέροχης γυναίκας.
Ήταν μια λαμπρή μέρα. Ήταν όλα τόσο εντυπωσιακά οργανωμένα. Η προσμονή μετατράπηκε σε δάκρυα χαράς. Το ρολόι των αναμνήσεων γύριζε σαν τρελό με ρυθμό χαρμόσυνο, όμως έμενε ένα πράγμα. Έμενε ο ασπασμός του Δημήτρη στην Χριστιάνα. Την ήξερε, την συμπαθούσε, την ευχαριστούσε που είναι η αιτία να είναι χαρούμενος ο φίλος του, όμως έμενε αυτή η πολύ μικρή τελευταία λεπτομέρεια. Και η στιγμή ήρθε. Ο Δημήτρης αγκάλιασε, φίλησε και ευχήθηκε στην Χριστιάνα και τότε αισθάνθηκε όλα όσα έπρεπε να αισθανθεί. Ένας μαγικός ηλεκτρισμός κυρίευσε όλα τα ερωτηματικά του Δημήτρη. Εντελώς μαγικά ο Δημήτρης καθησυχάστηκε. Ένοιωσε πως ο φίλος του βρήκε αυτό που του άξιζε. Ξαφνικά κατάλαβα πως η προσευχή του είχε εισακουστεί. Ο Θεός αντάμειψε τον Νίκο. Και τον αντάμειψε με μια νεράιδα!
Είναι αλήθεια ότι οι απαντήσεις του Θεού, μερικές φορές, περνούν απαρατήρητες...
ΑπάντησηΔιαγραφή:[ Idea Studio
ΑπάντησηΔιαγραφήευτυχώς όμως Αυτος τις δίνει :[