Μια φορά σε έναν καιρό στην παγωμένη Ρωσία, ο Γιούρι λάτρευε τα τρένα. Χρησιμοποιούσε κάθε μέρα ένα για να πηγαίνει στη δουλειά του στο κέντρο της Ντούμπνα. Της πόλης που γεννήθηκε και μεγάλωσε.
Στην άδειά του αποφάσισε να κάνει ένα ταξίδι στην κοντινή Μόσχα. Θα είχε την ευκαιρία να περάσει λίγο χρόνο σαν τουρίστας και να επισκεφτεί μερικούς φίλους που ξέμειναν εκεί μετά τις σπουδές τους.
Ο Γιούρι επιβιβάστηκε στο συρμό και ξεκίνησε. Στον αμέσως επόμενο σταθμό μία κοπέλα άνοιξε τον θάλαμο και έκατσε απέναντι του. Οι υπόλοιπες δύο θέσεις του θαλάμου ήταν κενές. Ψηλή, ξανθιά και γαλανομάτα με σώμα σαν μπιμπελό, ο Γιούρι δε μπορούσε παρά να τη χαζεύει. Είχε κερδίσει τα πανέμορφα τοπία που η διαδρομή του προσέφερε.
-«Με λένε Γιούρι. Είμαι δάσκαλος. Πάω στη Μόσχα για διακοπές».
-«Ναταλί. Κι εγώ δασκάλα. Του χορού. Οδεύω στην Καμάπα για να παραδώσω ένα σεμινάριο» απάντησε πρόθυμα και με ένα άνετο χαμόγελο.
-«Καμάπα! Έχεις μακρύ ταξίδι. Τι κρίμα που θα κατέβω πιο γρήγορα».
Σύντομα οι δυο τους άρχισαν να μιλούν ατελείωτα. Εμπειρίες. Στόχοι. Παλιοί έρωτες. Το χαμόγελο της Ναταλί ήταν τόσο απλό που ήταν εύκολο να της αφεθείς.
Είναι απίστευτο, όμως ο Γιούρι είχε χάσει τη στάση για Μόσχα και μαζί της είχε φτάσει ως την Καμάπα. Εκεί ο Γιούρι θαύμασε την Ναταλί μπροστά στο κοινό της και το ίδιο βράδυ έκλεισαν ένα ξενοδοχείο για τη νύχτα. Δύο ξένοι. Χωρίς τίποτα να μοιράσουν, έκαναν έρωτα δίχως αύριο.
Την επόμενη μέρα επιβιβάστηκαν και πάλι στο σιδηρόδρομο της Σιβηρίας. Αυτόν που φτάνει από τη Ρωσία ως την Κίνα και το ταξίδι χωρίς προορισμό ήταν μόνο στην αρχή. Ο ουρανός ήταν το όριο.
Οι δυο τους έφτασαν τελικά ως την Κίνα! Με μέσο το σιδηρόδρομο της Σιβηρίας. Ένας νέος έρωτας, μια καινούρια ζωή. Το μέλλον, ήταν το όριο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Προβληματίστηκες; σχολίασε το