Μια φορά σε έναν καιρό, σε μια ήσυχη πόλη του βορά, ο μικρός μαθητής από το περασμένο καλοκαίρι ονειρευόταν τη στιγμή που θα παρέλαυνε με το εθνόσημο στην παρέλαση του σχολείου.
Ήθελε μάλιστα να γίνει φέτος, ο καλύτερος μαθητής της τάξης! Έτσι θα μπορούσε να κρατά περήφανα τη σημαία στην πρώτη σειρά.
Όταν οι πρόβες γύρω απ’ το σχολείο άρχισαν, έμαθε πως δε θα ήταν, παρά σε κάποια μεσαία σειρά ανάμεσα στους περισσότερους. Δεν είχε καμία σημασία. Οι πρόβες στον κρύο καιρό ήταν εξοντωτικές και ο μόνος που δε διαμαρτυρόταν ήταν ο Θοδωρής.
Ακόμα και σ’ αυτές σήκωνε το κεφάλι ψηλά, τα χέρια και οι ώμοι τεντωμένοι και το σοβαρό του ύφους συνόδευε τις σκέψεις για την ιστορία της χώρας του που διδασκόταν μέσ’ την τάξη.
Η μέρα δεν άργησε να έρθει και ο Θοδωρής ενθουσιασμένος κατέβηκε στο χώρο συγκέντρωσης με τους υπόλοιπου μαθητές. Η χαρά του δε λεγόταν! Όμως οι συμμαθητές του επιφύλασσαν μια δυσάρεστη έκπληξη. Μιλούσαν για ομάδες, για κορίτσια, για ποδήλατα και για παιχνίδια, όπως όλες τις συνηθισμένες μέρες.
«Εεεεε!!! Σήμερα θα παρελάσουμε για την Ελλάδα, για την ιστορία μας. Τι λέτε;»
Ο Ντέιβιντ, ο Αριάν, ο Σέργκι, ο Αχμέτ και ο Γιώργος τον κοίταξαν περίεργα και δεν είπαν τίποτα. Ο Γιώργος τον έσπρωξε φιλικά και αμίλητοι παρατάχθηκαν για να ξεκινήσουν.
Πολύς ο συγκεντρωμένος κόσμος και οι παρατεταγμένοι μαθητές ήταν πλέον έτοιμοι, ενώ ψιθύριζαν σχόλια για τον κόσμο που κοιτούσε.
Η παρέλαση άρχισε. Το εμβατήριο έπαιζε και οι στολισμένες σημαίες κυμάτιζαν περήφανα. Ο Θοδωρής έδινε τον καλύτερο του εαυτό καθώς περήφανα συγχρόνιζε το βηματισμό του με το τύμπανο, όμως οι γύρω του απλά σερνόντουσαν, γελούσαν, μιλούσαν, κορόιδευαν τους ίδιους τους εαυτούς τους.
Ο Θοδωρής λύγισε. Το όνειρό του γκρεμίστηκε. Όσα λαχταρούσε ήταν μια αστεία υπόθεση για άλλους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Προβληματίστηκες; σχολίασε το