Καληνωρίσματα. Στο σημερινό προβληματισμό θα ασχοληθούμε με μια υποθετική αντίδραση του ανθρώπου πάνω σε μια δική του απόφαση. Έχουμε λοιπόν έναν άνθρωπο που περνάει μια βραχεία περίοδο ψυχολογικής κατάπτωσης. Δεν είναι δύσκολο να δικαιολογήσουμε μια τέτοια συμπεριφορά: ανεργία, οικονομική δυσχέρεια, σχέσεις σε κρίση, προβληματικές προοπτικές και πολλά ακόμα μπορούν να αποτελέσουν πειστικές δικαιολογίες για κάποιον που απλά δεν είναι καλά.
Η συμπεριφορά του αλλάζει, ακόμα κι αν έχει καταφέρει να το κρύβει καλά μέσα του. Για κάποιο κοντινό του πρόσωπο θα είναι εύκολο να παρατηρηθούν χαρακτηριστικά όπως η μειωμένη όρεξη, ο λιγότερος ενθουσιασμός κ.α. Ασφαλώς τα σημάδια αυτά θα προκαλέσουν τον προβληματισμό του κοντινού προσώπου που θα πιέσει για να μάθει τι έχει ο πρωταγωνιστής μας. Εκείνος στη ροή της κουβέντας αποφασίζει ακαριαία να μοιραστεί την έγνοια του και ξεκινά να εξιστορεί τα προβλήματά του. Ευτυχώς, θα δεχτεί την απόλυτη κατανόηση του απέναντι προσώπου που θα δείξει πως όχι μόνο τον συμπονά αλλά ενδεχομένως προσπαθεί να του βρει και λύση στο πρόβλημα. Τα πρώτα λεπτά μετά το τέλος της –τρόπον τινά- “εξομολόγησης” κυλούν λυτρωτικά, αφού φαινομενικά, ένα βάρος δείχνει να έχει φύγει από τον πρωταγωνιστή.
Ας περάσουμε όμως σε ένα άλλο, εναλλακτικό σενάριο που θέλει τον πρωταγωνιστή να αισθάνεται εκ διαμέτρου αντίθετα συναισθήματα μετά το πέρας της συζήτησης ή πριν αυτή ολοκληρωθεί τελειωτικά. Αισθάνεται μετανοιωμένος και εν ολίγοις, πολύ άσχημα που τελικά μοιράστηκε το πρόβλημά του. Καμία λύτρωση, κανένα ξαλάφρωμα. Αντιθέτως, προβληματισμό και επιπλέον βάρος. Πως προκαλείται όμως αυτό το επιπλέον βάρος;
- από τον ίδιο τον πρωταγωνιστή που διαπιστώνει πως δεν είναι ικανός να μοιραστεί το πρόβλημά του. Στη σκέψη ότι δεν ένοιωσε καλύτερα όταν το μοιράστηκε, απογοητεύτηκε καθώς είναι σίγουρος πως τώρα ευθύνεται εκείνος
- από τον συνομιλητή που άσχετα αν χρησιμοποίησε τις σωστές λέξεις και παρείχε την κατάλληλη στήριξη, δεν ήταν εκείνη που αυτός είχε ανάγκη τη δεδομένη στιγμή, όσο υποκειμενικό και ανόητο κι αν ακούγεται αυτό
- από την μετέπειτα σχέση των δύο, αφού στην επόμενη συνομιλία τους, ακόμα και για άσχετη θεματολογία, ο πρωταγωνιστής θα έχει συνεχώς στο μυαλό του την αποτυχημένη προηγούμενη συνομιλία τους κατά την απόπειρα του να μοιραστεί το πρόβλημα χωρίς θετικό για εκείνον αποτέλεσμα, με συνέπεια να στιγματίσει τον συνομιλητή του ως το πρόσωπο που τον έκανε να νοιώσει άσχημα (άθελά του) σε μια ήδη άσχημη στιγμή.
Μια λογική αντίδραση αφού συμβεί μια τέτοια αστοχία θα ήταν η οργή προς τον ίδιο μας τον εαυτό. Ακούγεται οξύμωρο, όμως όταν αναγνωρίζεις την θετική προσπάθεια του άλλου, τότε κάποιος πρέπει να φταίει και η ήδη άσχημη ψυχολογική κατάσταση βοηθά στο να κατηγορήσει επιπλέον τον εαυτό του ο πρωταγωνιστής. Το αποτέλεσμα είναι άσχημο, η ήττα είναι προδιαγεγραμμένη από την πρώτη στιγμή. Τίποτα δεν είναι γραφτό να πάει καλά σε αυτήν την επικοινωνία και η οργή αποτελεί ένα ξέσπασμα του ανθρώπου που δεν μπορεί να βρει μια λογική διέξοδο. Η οργή είναι μια έντονη συναισθηματική κάθαρση που μάλλον λειτουργεί λυτρωτικά εν καιρώ και όχι την συγκεκριμένη στιγμή.
Η θεωρία λέει πως το να μοιραζόμαστε τα προβλήματά μας αποτελεί έναν ορθό τρόπο να αισθανθούμε καλύτερα, να κοιτάξουμε το όλο ζήτημα πιο σφαιρικά, αρκεί να το κάνουμε με άτομο της εμπιστοσύνης μας. Η πράξη όμως κρύβει και ανατροπές στην θεωρία αυτή… Μήπως τελικά ο προβληματισμός είναι ένα μοναχικό μονοπάτι;
ΠΡΟΣΘΕΣΤΕ ΤΟΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟ ΣΑΣ ΑΦΟΥ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΕΤΕ ΜΕ ΔΙΚΕΣ ΣΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΤΥΧΟΝ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ ΣΑΣ :[
μερικες φορες νιωθω πως δεν υοαρχει ανθρωπος στη γη να χει τοσα πολλα φορτωσει μεσα του οσα εγω και κανεις να μη τα υποψιαζεται καν...
ΑπάντησηΔιαγραφήχαθηκα ε...
:[ katabran
ΑπάντησηΔιαγραφήδε θα το μάθεις ποτέ στα σίγουρα όμως. Και καλύτερα :[