Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2012

προβληματισμός κυριακής - ΜΥΘΟΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ - ΕΡΑΣΤΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΗ

Μια φορά σε έναν καιρό στο χειμωνιάτικο Ηράκλειο η βροχή πέφτει ακατάπαυστα και ο Νεκτάριος με την Σοφία χαζεύουν τις στάλες της imageόπως χτυπούν το τζάμι. Έχουν ζητήσει επίτηδες το συγκεκριμένο τραπέζι στο αγαπημένο τους εστιατόριο για να απολαμβάνουν την θέα. Αγκαλιασμένοι, άλλοτε ανταλλάζουν ζεστά φιλιά κι άλλοτε μπουκιές πίνοντας κόκκινο κρασί.
- “Τελευταίο. Πρέπει να γυρίσουμε πίσω. Το πρωί θέλω να είμαι φρέσκος για να κάνω καλή εντύπωση. Στο είπα πως έρχονται οι ιδιοκτήτες από την Δανία για να μας ανακοινώσουν τη νέα διάρθρωση” δήλωσε σοβαρά ο Νεκτάριος.
- “Είμαι ήδη αρκετά ζαλισμένη. Έχεις μία τελευταία ‘υποχρέωση’ μόλις γυρίσουμε σπίτι και μετά σε αποδεσμεύω. Αύριο θα γιορτάσουμε την προαγωγή σου” απάντησε γεμάτη νόημα η Σοφία.
Πραγματικά, λίγο αργότερα οι δυο τους απόλαυσαν μια έντονη βραδιά.
Το επόμενο πρωί όμως ο Νεκτάριος ήταν πράγματι φρέσκος, ντυμένος όπως πάντα με το κουστούμι του και προπαντός νηφάλιος. Δεν πέρασε πολύ ώρα που κλήθηκε από το γραφείο του σε εκείνο του διευθυντή. Ήταν μια ομάδα έξι ατόμων που είχαν έρθει από το εξωτερικό. Ο ιδιοκτήτης με τον διευθυντή απουσίαζαν.
- “Εδώ και εφτά χρόνια είχαμε μια εξαίρετη συνεργασία. Έχουμε μείνει απόλυτα ευχαριστημένοι από την απόδοση και την αφοσίωση σας στην εταιρεία. Στο πλαίσιο των διαρθρωτικών αλλαγών της εταιρείας, προσαρμοζόμαστε στα νέα οικονομικά και δημοσιονομικά πρότυπα της χώρας και αναγκαζόμαστε να σας απολύσουμε” κατέληξε ο εκπρόσωπος με αμήχανο ύφος.
- “Απολύετε εμένα; Και που πήγε η καλή απόδοση και η αφοσίωση; Γιατί εγώ;” άρχισε να φωνάζει εκτός εαυτού ο Νεκτάριος.
- “Ξέρετε η εταιρεία αποφάσισε να εφαρμόσει κοινωνική πολιτική στο θέμα των απολύσεων κι έτσι έδωσε προτεραιότητα σε οικογενειάρχες με παιδιά” απάντησε απολογητικά ο εκπρόσωπος.
- “Μα τι λέτε; Είμαι παντρεμένος. Γιατί λέτε να παντρεύτηκα; Θα κάνουμε παιδί σύντομα”.
- “Λυπάμαι κύριε. Να ξέρετε πως έχουμε φέρει μαζί μας έναν σύμβουλο ψυχολογικής υποστήριξης. Σας προτείνω να τον συμβουλευτείτε”.
Ο Νεκτάριος μάζεψε τα πράγματα απ’ το πολυτελές του γραφείο και επέστρεψε σπίτι. Εκεί τον περίμενε η γυναίκα του που τον υποδέχτηκε με περισσή αγωνία για τα νέα από τον ιδιοκτήτη. Ο Νεκτάριος το σκεφτόταν μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο για να πει τελικά απογοητευμένος: “απέλυσαν πολλά άτομα. Στους υπόλοιπους έκαναν μείωση μισθού. Δεν είναι ότι περιμέναμε, αλλά θα το ξεπεράσουμε”. Η Σοφία τον αγκάλιασε και του χάιδεψε στοργικά τα μαλλιά.
Το πρώτο σοβαρό πλήγμα μετά τη νέα ζωή στην ανεργία, ήταν η απώλεια του εταιρικού και πολυτελέστατου αυτοκινήτου του Νεκτάριου ο οποίος βρήκε μερικές φτηνές δικαιολογίες για να δικαιολογήσει την απώλεια αυτή. Αρχικά ότι ήταν χαλασμένο, ύστερα ότι η εταιρεία το απέσυρε στα πλαίσια εταιρικών περικοπών. Ποτέ δε θα φανταζόταν πως θα ήταν η αιτία για το μεγαλύτερο πλήγμα του.
Κάθε πρωί ο Νεκτάριος έφευγε κανονικά το πρωί με τη γυναίκα του να πιστεύει πως πήγαινε στη δουλειά. Στην πραγματικότητα κατέφευγε σε επιχειρήσεις που τον ενδιέφεραν ή όχι και τόσο, αφήνοντας βιογραφικά. Άφηνε πολλά βιογραφικά την ημέρα ελπίζοντας σε σύντομα αποτελέσματα. Οι πρώτες ημέρες δεν ήταν ενθαρρυντικές κι έτσι άρχισε να ρίχνει τον πήχη των επαγγελματικών του απαιτήσεων. Πολύ όμως. Βρήκε δουλειά ως διανομέας σε εστιατόριο γρήγορου φαγητού, ελπίζοντας μόνο να μην τύχει ποτέ σε κάποιον γνωστό του. Άφησε γένια, φορούσε σκούφο και έκανε ότι μπορούσε για να μην γίνεται εύκολα διακριτός.
 
Η καθημερινότητα εκείνου και της Σοφίας είχε αρχίσει να αλλάζει αφού την παρακάλεσε να κάνουν οικονομίες υπό τον υποτιθέμενο φόβο μιας νέας μείωσης από την εταιρεία. Η Σοφία πήγαινε καθημερινά στη δουλειά επιστρέφοντας με το λεωφορείο το οποίο είχε αρχίσει να συνηθίζει από τότε που ο Νεκτάριος δεν είχε πια το δικό του.
 
Εκείνο το βράδυ όμως ο Μενέλαος ήταν επίμονος. “Η βροχή είναι καταρρακτώδης. Ξέρεις καλά πως είσαι στον δρόμο μου και δεν είναι κανένας κόπος. Αν σε κάνει να αισθάνεσαι καλύτερα, σου υπόσχομαι πως θα σε αφήσω στον κεντρικό, χωρίς να στρίψω στον δρόμο σου και θα συνεχίσω”. Ο Μενέλαος εκδήλωνε συχνά το ενδιαφέρον του στην Σοφία, κυρίως πριν παντρευτεί τον Νεκτάριο, γι’ αυτό κι εκείνος είχε αρχίσει να την περιμένει όταν εκείνη σχολούσε στην δουλειά όπου εργαζόταν ως πωλήτρια. Ο Μενέλαος ήταν εκεί υπεύθυνος. Ελεύθερος στα σαράντα του φαινόταν ο τύπος που εύκολα μπορεί να ρίξει μια γυναίκα στο κρεβάτι του. Όχι όμως την Σοφία που από την πρώτη φορά εμφανιζόταν αρνητική.
 
Τελικά ενέδωσε σκεπτόμενη πως πραγματικά θα ήταν δύσκολο να imageπερπατήσει στους δρόμους με τέτοια βροχή. Στην διαδρομή κανείς τους δεν μιλούσε πέρα από τον Μενέλαο που μόνο στο τέλος έκανε ένα φιλικό σχόλιο για κάποιον ιδιότροπο πελάτη που είχαν μέσα στην ημέρα. Φτάνοντας, η Σοφία καληνύχτισε ευγενικά και έφυγε γρήγορα. Ο Νεκτάριος που την περίμενε παραξενεύτηκε που τόσο γρήγορα η γυναίκα του είχε φτάσει και την ρώτησε με αδιάφορο ύφος για να μην υποπτευτεί. Η Σοφία δείλιασε προς στιγμήν και απάντησε απλά ότι πήρε ταξί. Η απάντηση ήταν πειστική, το ύφος της όμως, όχι.
 
Το σκηνικό με τον Μενέλαο συνεχίστηκε αρκετές φορές με τον Νεκτάριο να παρατηρεί πάντοτε την σύντομη έλευση της γυναίκας του σπίτι και σε μία από τις επόμενες ημέρες ο Νεκτάριος αποφάσισε να περιμένει τη Σοφία με το δίκυκλο όταν είχε βγει για διανομή διαπιστώνοντας ιδίοις όμασοι την αλήθεια. Ήξερε πως ο Μενέλαος την πολιορκούσε από παλιά και ίσως δεν τον πείραζε αν κάποιες φορές την επέστρεφε. Όμως το ψέμα! Ήταν αρκετό για να τον αγχώσει.
 
Η ζήλια μετατράπηκε σε βίαια αντίδραση κι έτσι ο Νεκτάριος ήταν συχνά απόμακρος ή και απότομος με την Σοφία. Ένοιωθε πως έχανε τη γυναίκα του και αισθανόταν πνιγμένος που είχε χάσει και τη δουλειά του. Είχε αφήσει στο παρελθόν κάθε είδος αυτοπεποίθησης και αυτοσεβασμού. Σταμάτησε να ψάχνει για άλλη δουλειά και κάθε βράδυ σχεδόν παρακολουθούσε την Σοφία η οποία απεγνωσμένη με την συμπεριφορά του Νεκτάριου ενέδιδε κάθε μέρα και περισσότερο στο αθώο φλερτ του Μενέλαου, ενώ άρχισε να αργεί από τη δουλειά συστηματικά προφασιζόμενη πως αργούσε το λεωφορείο. Μέχρι εκείνη την Παρασκευή όμως. Εκείνη την Παρασκευή ο Νεκτάριος είδε τη Σοφία να δίνει ένα παθιασμένο φιλί στον Μενέλαο καθώς του μάζευε τα χέρια από το στήθος της και άνοιγε την πόρτα για να φύγει.
 
Ο Νεκτάριος βρισκόταν σε απόγνωση. Είχε χάσει την δουλειά του και είχε χάσει την γυναίκα του. Και το χειρότερο είναι πως υπήρξε πολύ καλός και στα δύο! Τώρα έπρεπε να πάρει μιαν απόφαση. Να διεκδικήσει τη ζωή του με τα όποια δεδομένα υπήρχαν και θα έπρεπε να οργανωθεί για αυτό.
 
Ξεκίνησε ψάχνοντας τον υπολογιστή της Σοφίας. Η Σοφία είχε ως κωδικό την ημερομηνία γέννησης της αδερφής της και ο Νεκτάριος το ήξερε χωρίς ποτέ να το εκμεταλλευτεί. Όμως αυτή τη φορά ήταν ειδική περίπτωση... Αφού έψαξε εξονυχιστικά στους φίλους της στο facebook διαπίστωσε πως ο Μενέλαος δεν είχε ενεργό λογαριασμό κι έτσι δημιούργησε αυτός έναν εικονικό στο όνομά του, με τον οποίο τις επόμενες ημέρες κατάφερνε να μαθαίνει για όλα όσα έκαναν με εκείνον υποδυόμενος τον εραστή της.
 
Την ίδια ώρα ο Νεκτάριος άρχισε να φροντίζει περισσότερο τον εαυτό του. Ξυρίστηκε, ξεκίνησε να ντύνεται πιο όμορφα και άλλαξε τελείως συμπεριφορά απέναντι στην Σοφία, λίγο πριν οι δυο τους φτάσουν στο σημείο να είναι δυο ξένοι στο ίδιο σπίτι. Σε κάθε διανομή που έκανε έκοβε λουλούδια από κήπους και έως το βράδυ ήταν σε θέση να επιστρέφει με ένα ωραίο μπουκέτο από λουλούδια. Άλλες φορές παρακαλούσε αντί για φιλοδώρημα να του μαζεύουν τα λεφτά για να τα πάρει σε είδος. Έτσι σε δύο εβδομάδες, από ένα ζαχαροπλαστείο πήρε ένα κουτί ωραία imageσοκολατάκια από αυτά που άρεσαν στην Σοφία. Επίσης έγινε και πάλι διαχυτικός απέναντί της. Άρχισε να την τρίβει στο σώμα, να της μαγειρεύει και να διορθώνεται σε όλα εκείνα που άλλοτε αποτελούσαν αιτίες για μικρά καβγαδάκια μεταξύ τους. Η Σοφία είχε προβληματιστεί. Ο αγαπημένος της είχε επιστρέψει και ήταν πιο τέλειος από ποτέ! Στην αρχή αρνιόταν να κάνει έρωτα μαζί του προφασιζόμενη πως ήταν κουρασμένη, αργότερα όμως ενέδιδε αν και όχι όσο συχνά όσο άλλοτε μαζί του. Σίγουρα όμως ένοιωθε πολλές τύψεις για την παράλληλη σχέση της.
 
Ο Νεκτάριος είχε ήδη υπερβεί τα όρια του. Δούλευε κρυφά σαν διανομέας όλη μέρα μέσα στο κρύο. Στο σπίτι ήταν ένας ακούραστος εργάτης και απέναντι της ένας νέος εραστής από την αρχή. Όμως ήταν κάτι ακόμα. Ο ψεύτικος λογαριασμός στο facebook που είχε δημιουργήσει στο όνομα του Μενέλαου. Είχε έρθει η ώρα να τον εκμεταλλευτεί...
Πήγε σε ένα internet-cafe περιμένοντας την Σοφία να συνδεθεί. Όταν αυτό έγινε άρχισε να της μιλάει όμορφα για να ξεκινήσει την συνομιλία. Και τότε προσπάθησε να εκμαιεύσει μια πληροφορία που θα αποτελούσε το έναυσμα για ξεκινήσει να πραγματοποιεί τον στόχο του.
- ‘Πες μου πως πέρασες χθες;
- ‘Συγγνώμη για χθες. Ήμουν λίγο κουρασμένη’. Ήταν ακριβώς αυτό που ήθελε να ακούσει ο Νεκτάριος. Ήταν πλέον πεπεισμένος πως ήταν εκείνος η αιτία της κούρασης της. Απατούσε τον εραστή με τον σύζυγο!
- ‘Νομίζω πως το τελευταίο διάστημα είσαι λίγο διαφορετική. Φταίει ο άντρας σου;’ Η Σοφία άργησε να του απαντήσει λίγο:
- ‘Ίσως. Ξέρεις, είναι διαφορετικός άνθρωπος. Εκείνος που ερωτεύτηκα φαίνεται να επιστρέφει’.
- ‘Όμως ξέρεις πως όλα είναι ένα ψέμα για να σε κερδίσει. Εγώ είμαι εδώ, σταθερός για σένα. Εκείνος πως ξέρεις πως δεν θα αλλάξει ξανά;’ Τώρα ο Νεκτάριος ήθελε να δοκιμάσει την αφοσίωση της.
- ‘Έχεις δίκιο. Όμως κατάλαβε με. Είναι ο άντρας μου. Έχουμε περάσει τόσα χρόνια μαζί. Απλώς θέλω τον χρόνο μου’.
Ο Νεκτάριος πήρε ακριβώς τις πληροφορίες που ζητούσε. Κατάλαβε πως πλέον έπρεπε απλά να ξεφορτωθεί τον Μενέλαο.
Μετά από μερικά βράδια και κάποιες ακόμα συνομιλίες της Σοφίας με τον Νεκτάριο που υποδυόταν τον Μενέλαο, ο άντρας της ήξερε πως σύντομα θα έπαιρνε την απόφαση της. Όμως δεν μπορούσε να ρισκάρει την ήττα του.
 
Αμέσως μετά το τελευταίο του δρομολόγιο, έφυγε για το σπίτι του Μενέλαου. Στην είσοδο διαπίστωσε πως υπήρχε θυρωρός κι έτσι έντεχνα έδωσε το όνομα διπλανού διαμερίσματος δείχνοντας το πακέτο με το φαγητό που ήταν προς διανομή. Ο Νεκτάριος χτύπησε πρώτα το κουδούνι του διαμερίσματος στο οποίο θα πήγαινε. Την πόρτα άνοιξε ένα αγόρι, λέγοντας πως δεν είχαν παραγγείλει κάτι. “Δεν το πιστεύω πως έκανα λάθος! Το κατάστημα έχει κλείσει και με αυτήν την παράδοση πάω σπίτι. Σας παρακαλώ, πάρτε το γιατί θα μπλέξω άσχημα αν δεν γίνει η παραγγελία”. Το αγόρι έφυγε και επέστρεψε σε λίγο κρατώντας χρήματα και αγοράζοντας τελικά την λάθος παραγγελία. Αφού η πόρτα έκλεισε ο Νεκτάριος μεταφέρθηκε στο διαμέρισμα του Μενέλαου. Χτύπησε την πόρτα και εκείνος άνοιξε. Έχοντας καλύψει το κεφάλι του με καπέλο και κασκόλ του επιτέθηκε απότομα με ένα μαχαίρι που είχε πάρει από την κουζίνα του μαγαζιού και έφυγε ανακουφισμένος που είχε ξεφορτωθεί το εμπόδιο της ευτυχίας του.
 
Άλλαξε ρούχα, ξεφορτώθηκε το μαχαίρι και πήγε αμέσως στο σπίτι. Εκεί τον περίμενε η γυναίκα του φορώντας ένα λευκό αποκαλυπτικό φόρεμα. “Έχω πολλά σχέδια για σήμερα. Απόψε θα κάνουμε μια νέα αρχή στη σχέση μας. Πρώτα όμως θέλω να πάμε σε εκείνο το εστιατόριο που πηγαίναμε κάποτε κοιτώντας τη βροχή”.
 
Πραγματικά οι δυο τους έφτασαν εκεί με όρεξη να μιλήσουν για τη ζωή τους όλο αυτό το διάστημα. Η Σοφία ομολόγησε πως τον απατούσε και εκείνος πως της έκρυψε πως είχε απολυθεί και πως όλο αυτό το διάστημα εργαζόταν ως διανομέας με πενιχρές απολαβές και απλά δεν ήθελε να τον βλέπει έτσι. Και οι δύο είχαν λόγους να ντρέπονται όμως αυτό που επικράτησε ήταν η θέληση τους να τα αφήσουν όλα πίσω τους για ένα νέο ξεκίνημα και εκεί αποσκοπούσε και η Σοφία λέγοντας: “θέλω να ξέρεις πως πριν επιστρέψεις σήμερα, βρέθηκα στο διαμέρισμα του για τελευταία φορά ξεκαθαρίζοντας πως δεν θα τον ξαναδώ και πως τελειώσαμε καθώς θα επέστρεφα στον άντρα μου”. Ο Νεκτάριος όμως δεν έδειξε χαρούμενος. Αντιθέτως πανικοβλήθηκε. Σκότωσε έναν άνθρωπο χωρίς λόγο; Έκανε έναν ανούσιο φόνο; Προσπάθησε να κρύψει την αντίδραση του, αγκάλιασε και φίλησε την Σοφία και μαζί επέστρεψαν σπίτι.
 
Έξω όμως από το σπίτι βρισκόντουσαν δύο περιπολικά της αστυνομίας imageκαι όταν το ζευγάρι έφτασε, τους χώρισαν βίαια αφοπλίζοντας την Σοφία: “Συλλαμβάνεστε με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας από πρόθεση”. Η Σοφία άρχισε να ουρλιάζει και ο Νεκτάριος χώθηκε ανάμεσα στους αστυνομικούς ζητώντας τον λόγο για να λάβει την ξεκάθαρη απάντηση από έναν αστυνομικό με πολιτικά: “Η γυναίκα σας επισκέφθηκε το θύμα νωρίτερα σήμερα το βράδυ και λίγο μετά βρέθηκε νεκρό στο διαμέρισμά του”. Ο Νεκτάριος σάστισε συνθέτοντας τα κομμάτια του πάζλ και ύστερα άρχισε να φωνάζει: “Εγώ τον σκότωσα. Ρωτήστε τον θυρωρό. Παρέδωσα μια παραγγελία κάπου εκεί ως πρόσχημα για να μπω στην πολυκατοικία και ύστερα τον σκότωσα. Όταν έγινε αυτό η γυναίκα μου ήδη με περίμενε σπίτι μας. Θα σας δείξω που πέταξα το μαχαίρι”. Οι αστυνομικοί απελευθέρωσαν τη Σοφία αφήνοντάς την σαστισμένη να απορεί.
 
Ο Νεκτάριος θα έπρεπε να κάνει και πάλι μια νέα αρχή στη ζωή του, αυτή τη φορά στη φυλακή. Όσο για τη Σοφία; Άφησε τη δουλειά της, πούλησε το σπίτι και αφοσιώθηκε στην χωρισμένη αδερφή της και τον λατρεμένο ανιψιό της, αφού ορκίστηκε να μην συνάψει ποτέ άλλοτε σχέση.
:[ 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Προβληματίστηκες; σχολίασε το