Μια φορά σε έναν καιρό οι πρώτες ακτίνες του ανοιξιάτικου ήλιου είχαν κάνει μόλις την εμφάνιση τους στο βάθος του κάμπου όπως φαίνεται πίσω από τα σπιτάκια του Αγίου Αθανασίου στα Δυτικά της Θεσσαλονίκης. Οι κάτοικοι ξεκινούν την μέρα τους, όμως σήμερα Τρίτη, μπορείς να νοιώσεις πως κάτι διαφορετικό πλανάται στον αέρα του χωριού, στα συναισθήματα των κατοίκων. Όλοι έχουν μπει στο κλίμα, έχουν ξεκινήσει να προετοιμάζονται για το μεγάλο πανηγύρι της Ζωοδόχου Πηγής που είναι την ερχόμενη Παρασκευή. Ο Δήμος έχει ήδη έτοιμες τις περισσότερες εγκαταστάσεις στον χώρο, οι γύρω δρόμοι έχουν στολιστεί, έχουν φωταγωγηθεί, ηχεία παντού υπενθυμίζουν στον κόσμο την μεγάλη μέρα και μακριά λάβαρα ενώνουν τα τριγύρω κτίρια μεταξύ τους.
Οι γονείς χρησιμοποιούν το πανηγύρι ως αφορμή να πείσουν τα παιδιά να τους βοηθήσουν μετά το σχολείο στο χωράφι, άλλοι διαπραγματεύονται την ώρα επιστροφής στο σπίτι, ενώ την ίδια ώρα τα παιδιά σχεδιάζουν όλες τις λεπτομέρειες μιας τέλειας βραδιάς. Τα σχέδια περιλαμβάνουν λεπτομέρειες όπως το ντύσιμο, το άρωμα, το πως θα ζητήσουν ραντεβού ή ποιες θα είναι οι κατάλληλες συνθήκες για το πρώτο φιλί!
Ανάμεσα στα παιδιά είναι και η Χριστίνα που την πρώτη ώρα στα Μαθηματικά δεν έλυνε εξισώσεις στο τετράδιο. Ζωγράφιζε και αναλογιζόταν τις προσδοκίες της για το βράδυ της Παρασκευής ώσπου η εξιλέωση του κουδουνιού του διαλείμματος έφτασε και αμέσως έτρεξε να βρεθεί με την Άννα και την Κατερίνα που είναι στην διπλανή τάξη.
- “Αχ! Δεν αντέχω άλλο. Πότε θα έρθει η Παρασκευή”; ρώτησε γεμάτο νάζι η Χριστίνα.
- “Κορίτσια, άκουσα πως η Σοφία από το Γ1 θα πάει στον Άγιο (σ.σ. έτσι αποκαλούσαν τον Άγιο Αθανάσιο) με τον Μπαστό από την Γέφυρα” είπε συνωμοτικά η Κατερίνα.
- “Μμμ! Αυτόν τον άξεστο που παράτησε το σχολείο για να γίνει μαραγκός; Άκουσα πως ο πατέρας του δεν τον αφήνει να πάρει το αμάξι μετά το ατύχημα και κυκλοφορεί με το μηχανάκι” αντέδρασε με αρνητισμό η Άννα. Την ίδια ώρα η Χριστίνα έδειχνε αφηρημένη κοιτώντας χαμογελαστή κάπου στο άπειρο.
- “Θα είχες προσέξει τώρα ότι σε κοιτάει επίμονα ο Τάσος, όμως έχεις χαζέψει”! είπε χαμηλόφωνα η Κατερίνα σκουντώντας άγαρμπα την φίλη της.
- “Μπορεί να ντρέπεται να μου το ζητήσει, αλλά ξέρω πως την Παρασκευή θα γίνει. Το νοιώθω!” απάντησε αφού συνήλθε η Χριστίνα.
- “Ε, τότε να μην φοράς εσώρουχα” απάντησε η Κατερίνα γελώντας συνωμοτικά με την Άννα, όταν χτύπησε το κουδούνι της επόμενης ώρας.
- “Δεν σκόπευα…” αποκρίθηκε υπεροπτικά η Χριστίνα και έφυγε για την τάξη της.
Κάπως έτσι οι μέρες πέρασαν και η Παρασκευή έφτασε. Ο Άγιος Αθανάσιος είχε πλημμυρίσει από νωρίς από κόσμο. Ντόπιοι αλλά και από τα γύρω χωριά συνέθεσαν ένα σκηνικό χαράς και γιορτής. Όταν ο ήλιος άρχισε να δύει, οι εγκαταστάσεις του πανηγυριού γέμισαν με πολύχρωμα λαμπερά φωτάκια. Η μουσική άρχισε στην πίστα, στην αρχή από τοπικά παραδοσιακά συγκροτήματα και ύστερα από νέους καλλιτέχνες άλλων ειδών μουσικής. Τριγύρω, έβλεπες καντίνες, μικρές αγορές από παιχνίδια και ένα μικρό λούνα-παρκ, που απασχολούσαν και ψυχαγωγούσαν όλους τους επισκέπτες.
Εκείνη την ώρα περίπου έφτασε και ένα αυτοκίνητο που οδηγούσε ένας μεσήλικας κύριος. Ήταν ο πατέρας της Άννας που είχε φέρει την κόρη του μαζί με την Κατερίνα και την Χριστίνα στον Άγιο από τον Βαθύλακκο όπου έμεναν. “Λοιπόν όπως είπαμε, ε; Δώδεκα και μισή θα είμαι ακριβώς εδώ” είπε αυστηρά και έφυγε, αφήνοντας πίσω του τρεις χαμογελαστές δεσποινίδες ντυμένες με όμορφα κοντά φορέματα, με καλοφτιαγμένο μακιγιάζ στο πρόσωπο και με κομψά χτενίσματα στα μαλλιά.
Οι τρεις κοπέλες σύντομα χωρίστηκαν. Βλέπετε η Κατερίνα δεν έχασε καθόλου χρόνο και στο πρώτο αγόρι που της χαμογέλασε, έτρεξε να πλησιάσει και χωρίς πολλά λόγια να χαζογελάει και να φλερτάρει με έναν και με δεύτερο νεαρό. Η Κατερίνα σε λίγες στιγμές χάθηκε κάπου πίσω από τα φώτα του πανηγυριού με τους δύο νεαρούς, όμως η προσοχή της Χριστίνας και της Άννας είχε χαθεί ήδη από ώρα προς την φίλη τους. Η Άννα άρχισε να μιλάει με έναν νεαρό από τον Άγιο που έδειχνε να γνωρίζει όμως ποτέ δεν είχε σκεφτεί πως θα ήταν η παρέα του εκείνο το βράδυ. Η αλήθεια ήταν πως η Άννα ήταν η πιο ντροπαλή της παρέας και μάλιστα λιγάκι πουριτανή στις σχέσεις της.
Ποιος θα το περίμενε πως η Χριστίνα θα έμενε τελευταία και μόνη; Σκέφτηκε να πάρει τηλέφωνο τον Τάσο, όμως γιατί να μην την έχει πάρει εκείνος πρώτος; Αποφάσισε λοιπόν να προμηθευτεί λίγο μαλλί της γριάς ακόμα κι αν στα σχέδια της ήταν να της το κεράσει ο Τάσος.
Όσο η Χριστίνα απολάμβανε το γλυκό έδεσμα, ένας μεγαλόσωμος νεαρός εμφανίστηκε απότομα μπροστά της και αφού της αγόρασε ένα λούτρινο αρκουδάκι από την κυρία που βρισκόταν εκεί, της είπε:
- “Γεια σου Χριστίνα. Μη φύγεις. Εγώ σε συμπαθώ και το ξέρεις καλά. Σε θυμάμαι όταν πρωτόρθες στο Γυμνάσιο, μου άρεσες πολύ τότε. Καλά! Τι κάνει ένα τόσο όμορφο κορίτσι μόνο του στο μεγάλο γεγονός της χρονιάς”; έλεγε καθώς εμφανώς την πολιορκούσε.
- “Ε, να… Περιμένω τον φίλο μου”. απάντησε εκείνη με νάζι.
- “Μα τι φίλος μπορεί να είναι αυτός που σε έχει να περιμένεις τόση ώρα; Έλα. Πάμε να ακούσουμε τα παιδιά που παίζουν. Είναι γνωστοί από τη Θεσσαλονίκη. Όταν έρθει το αγόρι σου ή όταν τέλος πάντων ενδιαφερθεί να σε ψάξει, θα σε πάρει τηλέφωνο” της είπε με ενθουσιασμό και σχεδόν τραβώντας της το χέρι την παρέσυρε μέσα στο πλήθος. Εκεί, άκουγαν μουσική και ήπιαν μερικά ποτά που κατά διαστήματα της έφερνε. Η Χριστίνα δεν ήταν συνηθισμένη στο ποτό, αλλά δεν ήθελε να φανεί στον νεαρό που ήταν σαφέστατα μεγαλύτερος της. Σε εκείνο το σημείο θυμήθηκε πως ο νεαρός αυτός υπήρχε φήμη πως βρισκόταν σε δεσμό με μία κοπέλα από την Βουλγαρία.
- “Μα δεν μου είπες που είναι η κοπέλα σου”; φώναξε μέσα στο πλήθος υπό την εκκωφαντική μουσική. Εκείνος έγνεψε πως δεν άκουσε και πλησίασε το αυτί του στο στόμα της. Εκείνη επανέλαβε, όμως και πάλι της έδειξε με το δάχτυλο του πως δεν την είχε ακούσει. Αμέσως της έκανε νόημα να τον ακολουθήσει για να μπορέσουν να συνεννοηθούν. “Για την κοπέλα σου ρώτησα” ρώτησε για τρίτη φορά.
- “Πω-πω! Ακόμα βουίζουν τα αυτιά μου! Μα καλά; Που είναι ο φίλος σου; Δεν σε έχει πάρει κανένα τηλέφωνο”; απάντησε παραπλανητικά εκείνος και η Χριστίνα αφού ήλεγξε το κινητό της:
- “Δεν το πιστεύω πως θα μου χαλάσει την βραδιά μου. Γιατί να μου το κάνει αυτό; Μπορεί βέβαια να μην θέλω να τον δω τώρα. Αχ! Μάλλον που ζαλίζομαι λίγο” άρχισε και έλεγε με γρήγορο ρυθμό σα να είχε μεθύσει λιγάκι. Εκείνος της χαμογέλασε και της είπε:
- “Έλα τώρα. Δε θέλω στεναχώριες. Ποιος είπε ότι η βραδιά σου χάλασε; Μπορώ εγώ να είμαι ο φίλος σου για απόψε”. Και αμέσως την φίλησε στο στόμα. Εκείνη δεν ανταπέδωσε αλλά δέχτηκε το φιλί του. Εκείνος συνέχισε χαϊδεύοντας την στο πόδι ψηλά και αυτή απλά τοποθέτησε το χέρι της πάνω στο δικό του, χωρίς καμία ιδιαίτερη προσπάθεια να τον σταματήσει.
- “Μη! Θα μας δουν” κατάφερε να εκφράσει. Εκείνος της έκανε νόημα να τον ακολουθήσει και σχεδόν αγκαλιασμένοι προσπέρασαν τα τεράστια οχήματα με τα παιχνίδια και τα μηχανήματα και έφτασαν στο σκοτάδι κοντά σε κάτι δέντρα. Αφού προσπέρασαν ένα ζευγάρι που είχε ξαπλώσει πάνω στο χώμα κάνοντας διακριτικά έρωτα, έφτασαν σε ένα σημείο λίγο πιο βαθιά στο έρημο κομμάτι του χωριού. Ο νεαρός άρχισε να φιλάει την Χριστίνα κι εκείνη να δέχεται τα φιλιά του χωρίς να αντιδράει. Σαν να μην καταλάβαινε τι έκανε. Σα να της άρεσε, αλλά να μην το σκεφτόταν και ιδιαίτερα. Όπως ο νεαρός χειριζόταν το στόμα και το υπόλοιπο σώμα της Χριστίνας τα πόδια της ανασηκώθηκαν και φάνηκε ξεκάθαρα πως δεν φορούσε εσώρουχο. Ο νεαρός άντρας με αστραπιαίες κινήσεις είχε κατεβάσει το παντελόνι του και άρχισε να μπαίνει βαθιά μέσα της. Εκείνη τότε ένοιωσε έναν αφόρητο πόνο. Ήταν η πρώτη της φορά και δεν είχε προλάβει να την ευχαριστηθεί καθόλου. Σε μια στιγμή πήγε να ουρλιάξει όταν ο άντρας από πάνω της, σφράγισε με το χέρι του το στόμα της. Στα επόμενα δευτερόλεπτα ένοιωθε μεν πόνο, αλλά μάλλον δεν είχε τη δύναμη να τον εκφράσει. Είχε αφεθεί τελείως, όταν ξαφνικά ένας δεύτερος νεαρός πλησίασε το ζευγάρι και αφού χαιρέτησε τον νέο της φίλο κατέβασε γρήγορα το παντελόνι του και άρχισε να παραβιάζει την ευαίσθητη περιοχή της ανυπεράσπιστης κοπέλας. Τότε μόνο η Χριστίνα βρήκε την δύναμη να τεντώσει και να σπρώξει με τα πόδια της και να φωνάξει, όμως έβλεπε τον έναν άντρα να της κρατάει τα χέρια και τον άλλο να τινάζει με δύναμη το χέρι του πάνω στο πρόσωπο της ενώ εκείνη είχε αρχίσει να σηκώνει το πάνω μέρος του κορμιού της. Το χτύπημα ήταν ακαριαίο και η Χριστίνα έπεσε ξανά απότομα στο έδαφος. Ο άγνωστος άντρας της σφράγισε αμέσως το πρόσωπο με την τεράστια παλάμη του και συνέχισε την συνεύρεση παρά το ότι η Χριστίνα δεν έδειχνε να αντιδράει.
- “Ρε συ; Δεν κουνιέται. Δεν αναπνέει. Την σκότωσες” είπε πανικόβλητος ο ένας.
- “Περίμενε λίγο ρε. Τελειώνω” απάντησε ψύχραιμα ο άλλος.
Σε λίγες στιγμές οι δύο άντρες εξαφανίστηκαν.
Το επόμενο μεσημέρι ένα μικρό αεροπλάνο με τα διακριτικά της Ελληνικής Αστυνομίας προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο ‘Μακεδονία’ της Θεσσαλονίκης. Από εκεί αποβιβάστηκαν τα μέλη της Μ.Α.Ε.Κ. και αμέσως συνάντησαν έναν ένστολο που αφού τους χαιρέτησε τους έδειξε τον δρόμο προς δύο αυτοκίνητα μεγάλου κυβισμού που ήταν παραπλήσια σταθμευμένα μέσα στην πίστα. Στο αυτοκίνητο υπήρχαν ειδικοί φάκελοι που περιείχαν πληροφορίες τις οποίες οι αστυνομικοί διάβαζαν με προσοχή.
Η Μ.Α.Ε.Κ. έφτασε στο αστυνομικό τμήμα του Αγίου Αθανασίου και ο διοικητής του τμήμα τους αφού τους χαιρέτησε δια χειραψίας:
- “Καλώς ορίσατε. Γνωρίζω πως το πεδίο δράσης είναι η Κρήτη, όμως θέλαμε εξ αρχής να αναλάβει την υπόθεση μία ανεξάρτητη μονάδα του σώματος, καθώς εδώ είμαστε μικρή κοινωνία. Οι αστυνομικοί γνωρίζονται με τον κόσμο και κάθε στοιχείο μπορεί να διαρρεύσει ανά πάσα στιγμή σε μία ιδιαίτερα λεπτή υπόθεση”.
- “Κύριε διοικητά ονομάζομαι Σπύρος Θαλασσινός. Εγώ και η ομάδα μου θα χρειαστούμε ένα δωμάτιο συσκέψεων με πρόσβαση στο διαδίκτυο, καθώς και έναν αστυνομικό σας για να μας βοηθήσει με τα κατατόπια. Τα υπόλοιπα αφήστε τα πάνω μας”.
Πράγματι, στον Θαλασσινό και την ομάδα του δόθηκε ένας χώρος όπου εγκαταστάθηκε η Ουρανία με τα μηχανήματά της και σύντομα ένας αστυνομικός άρχισε να τους εξηγεί λεπτομέρειες για την περιοχή και την υπόθεση: “Η σωρός της κοπέλας είναι ακόμα εκεί μαζί με τον ιατροδικαστή που σας περιμένει”.
Σε λίγα λεπτά μετέβησαν στο σημείο όπου βρισκόταν ξαπλωμένο το νεκρό σώμα της Χριστίνας και παρά το ότι φρουρούσαν καλά την περίμετρο που είχαν δημιουργήσει, πλήθος κόσμο βρισκόταν ακόμα τριγύρω ενώ πιο κοντά ξεχώριζαν οι γονείς της και μερικοί φίλοι που ξεσπούσαν σε λυγμούς. Ο Θαλασσινός πλησίασε και άγγιξε την κοπέλα. Κοντά του ο ιατροδικαστής πήρε τον λόγο: “Η κοπέλα βιάστηκε. Αυτό το γνωρίζουμε επειδή υπέστη απότομη πτώση στο έδαφος με το κεφάλι που προκλήθηκε πιθανότατα από χειροδικία. Δεν την σκότωσε όμως αυτό. Οι δράστες της έκλεισαν το στόμα και πέθανε από ασφυξία. Προφανώς για να μην φωνάζει. Βρήκαμε γενετικό υλικό σε αυτό το σημείο και σε τρία ακόμα στην γύρω περιοχή. Τα έχουμε στείλει για ανάλυση”.
- “Τι ξέρουμε για την κοπέλα”; ρώτησε αυστηρά ο Κανόμπης.
- “Είναι δεκαέξι ετών και κάτοικος του παραπλήσιου χωριού Βαθύλακκος. Είχε έρθει για το πανηγύρι εδώ, όπως επίσης φοιτά στο τοπικό Λύκειο” ενημέρωσε ο τοπικός αστυφύλακας.
- “Από ποια άλλα χωριά έρχονται στο τοπικό σχολείο”; ξαναρώτησε.
- “Από τον Βαθύλακκο που σάς είπα και από την Γέφυρα που είναι το διπλανό χωριό”.
- “Ο δράστης μπορεί να είναι οποιοσδήποτε από αυτά τα μέρη, όμως δε θα είναι δύσκολο να τον βρούμε. Η κοπέλα μεταφέρθηκε εδώ με τη θέληση της, άσχετα αν τελικά βιάστηκε” δήλωσε με σιγουριά ο Θαλασσινός. Την ίδια στιγμή ο Κανόμπης τηλεφωνούσε την Ουρανία δίνοντας της εντολές να εισέλθει στα κοινωνικά δίκτυα της Χριστίνας.
Ήταν τόσος πολύς ο κόσμος που μαζεύτηκε εκεί που ο Θαλασσινός γύρισε απότομα προς το πλήθος και φώναξε: “Να είστε σίγουροι πως θα βρούμε τον δράστη. Το μόνο που θέλουμε είναι να συνεργαστείτε. Αν σας κάνουμε ερωτήσεις να απαντάτε με ειλικρίνεια και αν δεν ακούτε κάτι από εμένα προσωπικά να μην το πιστεύετε. Θέλω τώρα να έρθει σε εμάς όποιος την ήξερε προσωπικά. Φίλοι, φίλες, γνωστοί”. Ως δια μαγείας το πλήθος διάλυσε και άπαντες εξαφανίστηκαν. Κάτι ήξεραν και το έκρυβαν;
Λίγο αργότερα οι αστυνομικοί μετέβηκαν στον Βαθύλακκο, όμως κατά τη διαδρομή η Ουρανία ενημέρωσε τους συναδέλφους της όλα όσα είχε βρει στα κοινωνικά δίκτυα της Χριστίνας κι έτσι οι ερευνητές γνώριζαν ακριβώς τι και που έπρεπε να ψάξουν. Πήγαν στο σπίτι της Άννας όπου και είδαν στην πόρτα τον πατέρα της.
- “Ξέρω. Είστε οι αστυνομικοί που ήρθαν. Δεν έχουμε να πούμε τίποτα. Η Άννα δεν ήταν με την Χριστίνα. Χωρίστηκαν λίγο αφότου τις άφησα στο πανηγύρι. Η κόρη μου είναι σε σοκ, οπότε φύγετε” είπε κοφτά και έκλεισε απότομα την πόρτα.
- “Αν δεν ανοίξετε την πόρτα και δεν με αφήσετε να μιλήσω με την κόρη σας θα σας συλλάβω για παρεμπόδιση έρευνας της αστυνομίας. Και θα το κάνω αμέσως” φώναξε στην κλειστή πόρτα ο Κανόμπης.
Η πόρτα άνοιξε και οι ερευνητές πήγαν στο δωμάτιο της Άννας όπου βρήκαν και την Κατερίνα.
- “Ξέρω πόσο άσχημο είναι αυτό που συμβαίνει, όμως είναι πιο άσχημο ο άνθρωπος που το έκανε να κυκλοφορεί ανενόχλητος ίσως και στο χωριό σας” άρχισε να μιλάει ο Θαλασσινός με πολύ ήρεμη φωνή.
- “Σας παρακαλώ. Μην πείτε τίποτα στον πατέρα μας. Βρήκαμε και οι τρεις τους φίλους μας και χωριστήκαμε. Η Χριστίνα μας είχε πει πως εκείνο το βράδυ θα το έκανε για πρώτη φορά με τον Τάσο το αγόρι της και πως θα γύριζαν μαζί σπίτι. Έτσι όταν βρέθηκαν, εμείς φύγαμε για να τους αφήσουμε μόνους. Γυρίσαμε με τον πατέρα μου μετά τα μεσάνυχτα ξέροντας πως ο η Χριστίνα θα γύριζε με τον Τάσο που οδηγεί” εξηγούσε χαμηλόφωνα η Κατερίνα.
- “Προς το παρόν δεν σας χρειάζομαι κάτι άλλο” είπε και αποχώρησαν.
Επόμενος σταθμός ήταν το σπίτι του Τάσου. Ο νεαρός βρισκόταν μόνος του εκεί και άνοιξε την πόρτα φανερά θλιμμένος.
- “Εγώ φταίω” είπε και δάκρυα κύλησαν στα μάτια του.
- “Τι έγινε Τάσο; Αληθεύει ότι δεν πήγες στο πανηγύρι; Και γιατί φταις εσύ”; είπε ο Κανόμπης σα να μην πίστευε απόλυτα την στεναχώρια του.
- “Γιατί αν ήμουν εγώ εκεί, τίποτα από αυτά δεν θα είχε γίνει. Δεν πήγα διότι ήμουν τιμωρημένος. Έκανα μία ζημιά στο αγροτικό του πατέρα μου και μου απαγόρευσε να πάω” συνέχισε ο νέος.
- “Ποιος μπορεί να επιβεβαιώσει ότι όντως ήσουν εδώ τιμωρημένος”;΄
- “Οι γονείς μου. Ποιος άλλος; Αν μπορούσα να δω κάποιον θα πήγαινα και στο πανηγύρι. Συγγνώμη; Εμένα υποπτεύεστε; Δεν θα έκανα ποτέ κάτι κακό στην Χριστίνα. Την αγαπούσα. Περιμέναμε πολύ τη χθεσινή βραδιά γιατί θα προχωρούσαμε την σχέση μας. Δεν είχαμε κάνει τίποτα ως τώρα” φώναζε κλαίγοντας.
- “Τότε δεν σε νοιάζει να φτύσεις σε ένα ποτηράκι για να εξετάσουμε το DNA σου, έτσι”; ρώτησε με εκνευριστική ψυχραιμία ο Θαλασσινός.
- “Όχι βέβαια”. Αμέσως ο Τάσος έφερε ένα ποτήρι, το έφτυσε και τους το έδωσε.
Οι αστυνομικοί έφυγαν για την Θεσσαλονίκη. Εκεί πήγαν στο εργαστήριο όπου έμαθαν πως το γενετικό υλικό που είχε βρεθεί ανήκε σε πέντε διαφορετικά άτομα και στο σημείο του βιασμού υπήρχαν δύο από αυτά. Παράλληλα παρέδωσαν το ποτήρι του Τάσου προς εξέταση. Μετά από λίγη ώρα έμαθαν πως το δικό του DNA δεν ταίριαζε με κανενός. Παράλληλα όμως είχαν μια ενδιαφέρουσα πληροφορία. Δύο άνθρωποι συνευρέθηκαν με την Χριστίνα στο τραγικό συμβάν. Ενδιαφέρον προκάλεσε το γεγονός πως ο ιατροδικαστής απεφάνθη πως ένας άντρας έκοψε την ανάσα της Χριστίνας με την παλάμη του. Αυτό σημαίνει πως θα έπρεπε να είναι μεγαλόσωμος ή τουλάχιστον με μεγάλη παλάμη.
Το επόμενο βήμα στις έρευνες ήταν το ψέμα των κοριτσιών. Γιατί να πουν ότι είδαν τον Τάσο στο πανηγύρι όταν αυτός δεν πήγε; Λένε ψέματα εκείνες ή ο Τάσος; Ο Κανόμπης απευθύνθηκε στην Ουρανία. Της ζήτησε να ερευνήσει το παρελθόν της Χριστίνας βασιζόμενος σε ηλεκτρονικά αποτυπώματα, αλλά και αυτό των φίλων της και των οικογενειών της.
Την επόμενη μέρα η Ουρανία επικοινώνησε με τους συνεργάτες της γιατί ανάμεσα σε μερικά αδιάφορα μηνύματα είχε βρει ένα σχετικά πρόσφατο που μάλιστα δεν είχε σβήσει ακόμα ο Τάσος από το ηλεκτρονικό του ταχυδρομείο. Του το έκανε προώθηση και εκείνοι το διάβασαν: ‘μωρό μου σου έχω εξηγήσει πολλές φορές γιατί δεν θέλω να βγαίνω με την Κατερίνα. Από τότε που μας είπε ψέματα για να μείνεις στον Άγιο μετά το σχολείο με τον αδερφό της, δεν θέλω να της δώσω κι άλλες ευκαιρίες να μας κάνει ζημιά στη σχέση. Μπορεί εσένα να είναι φίλη σου και να μην την παρεξηγείς που έκανε διευκόλυνση στον αδερφό της, όμως δεν είμαι κι εγώ υποχρεωμένος να κάνω το ίδιο’. Οι έρευνες έδειξαν πως η Κατερίνα είχε έναν αδερφό που έμενε μόνιμα στον Άγιο Αθανάσιο και αυτός θα ήταν η επόμενη στάση τους.
Ο Κανόμπης προσήγαγε τον Σταμάτη στο τμήμα κι εκεί ξεκίνησε η ανάκριση.
- “Σταμάτη ήσουν κι εσύ στο πανηγύρι προχθές”; ρώτησε ο Θαλασσινός.
- “Ναι” απάντησε κοφτά.
- “Και με ποιους έκανες παρέα; Ποιοι μπορούν να μας επιβεβαιώσουν πως ήσουν μαζί τους όλο το βράδυ”;
- “Πολλοί! Ήμουν με όλο το χωριό παρέα, φίλε. Μια με τον ένα μια με τον άλλο. Γνωριζόμαστε όλοι μεταξύ μας”.
- “Και με την Χριστίνα; Έκανες και με εκείνη παρέα”:
- “Όχι. Εγώ την χαιρέτησα δηλαδή, αλλά αυτή με αποφεύγει. Κολλητή της αδερφής μου είναι. Λες να μην την ξέρω”; άρχισε να φωνάζει.
- “Εγώ λέω Σταμάτη πως κάτι μας κρύβεις και θα σου πω τι θα γίνει τώρα. Θα μας δώσεις το DNA σου ώστε να απεμπλακείς από την υπόθεση μέχρι το απόγευμα αφού λες αλήθεια”.
- “Όχι φίλε. Ξέρω τα δικαιώματα μου. Δεν είμαι υποχρεωμένος να σου δώσω τίποτα. Ψάχνετε για εύκολο θύμα”; δήλωσε επιθετικά.
- “Όχι; Πολύ ωραία! Έχεις δίκιο, δεν είσαι υποχρεωμένος. Οπότε σε κρίνουμε προφυλακιστέο και θα μείνεις εδώ σε αυτό το κελί απέναντι, μέχρι να μας πεις κάτι που θα με ενδιαφέρει. Ίσως κάποιον φίλο σου που ίσως ενδιαφέρθηκε για την Χριστίνα, όταν εσύ διαπίστωσες πως δεν είχες καμία ελπίδα μαζί της παρά τις πλάτες που σου έκανε η Κατερίνα” απάντησε κυνικά ο Κανόμπης.
Ο Σταμάτης προφυλακίστηκε και οι αστυνομικοί έβγαλαν ένα δελτίο τύπου που έγραφε τα ακόλουθα: ‘έχουμε συλλάβει έναν ύποπτο για τον βιασμό και την δολοφονία της μικρής Χριστίνας από τον Βαθύλακκο. Έχουμε ενδείξεις πως ο ύποπτος είχε συνεργό και εντός της ημέρας που θα ομολογήσει την ταυτότητα του, θα εκδώσουμε ένταλμα σύλληψης και για αυτόν.
Η μέρα κύλησε πάντως χωρίς ο Σταμάτης να ομολογήσει, οπότε το επόμενο πρωί οι αστυνομικοί μετέβηκαν στο σπίτι της Χριστίνας στον Βαθύλακκο μήπως θα μπορούσαν να εκμαιεύσουν κάποια πληροφορία από εκείνη. Κανείς δεν άνοιγε την πόρτα, όμως ο Πρώτο οσμίστηκε την παρουσία ανθρώπων μέσα και γαύγισε στο αντίστοιχο πρόσταγμα των αφεντικών του. Έτσι, ο Κανόμπης έσπασε την πόρτα και οι ερευνητές βρήκαν την Χριστίνα γονατιστή να κλαίει. Όταν την σήκωσαν αποκαλύφτηκε το σώμα της δαρμένο, κακοποιημένο, με εμφανή σημάδια ξυλοδαρμού. “Ποιος στο έκανε αυτό Χριστίνα; Βοήθησε μας να σταματήσει κάποτε αυτή η τρέλα. Θέλεις να σκοτωθεί κι άλλος άνθρωπος; Ίσως ο αδερφός σου να καλύπτει κάποιον, αλλά τι νόημα έχει αν αρχίσει και δέρνει εσένα ή κάνει κακό στον ίδιο ή τους γονείς σας”; όσο ο Θαλασσινός της μιλούσε, ο Κανόμπης τράβηξε μερικές φωτογραφίες της Χριστίνας η οποία δε συνεργάστηκε καθόλου.
Οι δύο ερευνητές επέστρεψαν στο τμήμα και έβγαλαν με τη βία μέσα από το κελί τον Σταμάτη.
- “Αυτό το κάθαρμα κάνει κακό σε μικρά κορίτσια και εσύ το καλύπτεις ηλίθιε. Νομίζεις είναι μόνο η Χριστίνα; Δες τι έκανε στην αδερφή σου μόλις έμαθε ότι σε κρατάμε και γνωρίζουμε πως είχες και συνεργό” άρχισε να ουρλιάζει ο Κανόμπης καθώς τον τραβούσε από το μανίκι και του έδειχνε τις φωτογραφίες της τραυματισμένης αδερφής του.
- “Περνούσαμε πολύ ωραία. Γελούσε μαζί μου και νόμιζα πως άλλαξε γνώμη για μένα. Εγώ την αγαπούσα από την πρώτη στιγμή. Ήπιαμε λίγο και πήγαμε με τη θέληση της στο μέρος. Την φιλούσα και αυτή όπως κουνιόταν σηκώθηκε το φόρεμα της και δεν φορούσε τίποτα από κάτω. Νόμιζα ότι το ήθελε. Τα κορίτσια της ηλικίας της το θέλουν. Δεν μου αντιστάθηκε, παρά μόνο όταν πόνεσε λίγο. Τότε ήρθε αυτός και συνέχισε. Δεν θα της κάναμε κακό. Απλά όπως την κρατούσε σταμάτησε να αναπνέει” άρχισε σαν χείμαρρος να ομολογεί με τρεμάμενη φωνή από τους λυγμούς και με μεγάλα διαλλείματα.
- “Εντάξει Σταμάτη. Πες μας τώρα, ποιος είναι; Ποιος; Πως τον λένε”;
- “Ο Αργύρης είναι. Το αφεντικό μου στην οικοδομή” είπε σα να μην το πίστευε και οι ερευνητές ειδοποίησαν τις τοπικές αρχές και εξαπέλυσαν ανθρωποκυνηγητό για να τον εντοπίσουν.
Η Ουρανία ενημέρωσε στο μεταξύ πως ο Αργύρης είχε βεβαρημένο ποινικό μητρώο με συλλήψεις για ναρκωτικά και καταστροφή ξένης περιουσίας. Την ίδια ώρα η Άννα κάλεσε τον Θαλασσινό λέγοντάς του: “Παίρνω την Κατερίνα, όμως δεν το σηκώνει. Ξέρω πως είναι σπίτι όμως ανησυχώ που δεν το σηκώνει”. Οι αστυνομικοί δεν έχασαν χρόνο.
Σύντομα είχαν περικυκλώσει το σπίτι όπου έμενε η Χριστίνα και προσπαθούσαν να βρουν έναν τρόπο να δουν τι συμβαίνει. Οι αλλεπάλληλες κλήσεις στο κινητό της Χριστίνας καρποφόρησαν όταν το ακουστικό σήκωσε ο Αργύρης.
- “Βγες έξω και άσε την κοπέλα και εμείς σου υποσχόμαστε πως δεν θα σε πειράξουμε” δήλωσε με ήρεμη φωνή ο Θαλασσινός.
- “Θα με σκοτώσετε. Και αν δεν φύγετε θα σκοτώσω την μικρή” απάντησε εκείνος με τη φωνή του τόσο παραποιημένη ώστε να καταλαβαίνει εύκολα κανείς πως ήταν υπό την επήρεια ναρκωτικών.
- “Φεύγουμε, τους διώχνω όλους. Απλά άσε την κοπέλα να φύγει” είπε με λίγη καθυστέρηση ο Θαλασσινός.
Ο Αργύρης πλησίασε την πόρτα και αφού την άνοιξε στριφογύρισε το κεφάλι του για να διαπιστώσει πως όντως οι αστυνομικοί απομακρύνονταν. Σε εκείνη τη στιγμή όμως η Χριστίνα τον χτύπησε με κάτι μεταλλικό από πίσω και τότε με αστραπιαία κίνησε ο Κανόμπης έτρεξε προς το μέρος τους και πυροβόλησε τον Αργύρη στο πόδι που αφοπλίστηκε αμέσως.
Ο Αργύρης δεν ομολόγησε ποτέ, όμως το DNA εκείνου και του Σταμάτη, ταίριαζαν σε εκείνα που βρέθηκαν στο σημείο του βιασμού. Οι δράστες καταδικάστηκαν, όμως η μικρή κοινωνία των χωριών της Δυτικής Θεσσαλονίκης έκανε πολλά χρόνια μέχρι να επιστρέψει στους κανονικούς ρυθμούς της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Προβληματίστηκες; σχολίασε το