Ο Βασάρας δεν είχε άλλη επιλογή από το να πλησιάσει και πάλι την πόρτα, φοβισμένος αυτή τη φορά. Όχι ότι τα πράγματα ήταν καλύτερα μέσα. Ο Τόλης άρχισε και έτρεμε κρατώντας το όπλο. Ήξερε ότι ο χρόνος που περνάει ήταν εναντίον του. Ο Νικήτας κρατούσε το χέρι της κυρίας που κατά διαστήματα ξεσπούσε σε λυγμούς ψιθυρίζοντας «θα πεθάνουμε όλοι εδώ μέσα». Και ο Λάμπης ήταν σχεδόν ακίνητος και αναίσθητος από το σοκ που είχε υποστεί.
Πρώτος ανέλαβε πρωτοβουλία ο Βασάρας. «Τόλη. Ο διοικητής μου με έχει γραμμένο και το ίδιο κι εγώ. Λοιπόν, άσε με να μπω μέσα και να αφήσουμε κάποιον από μέσα» καθώς ο αστυνόμος του μιλούσε πλησίασε την γυάλινη πόρτα και αντίκρισε τους ομήρους. Εκεί αναγνώρισε τον Νικήτα. Ίσως να μην είχαν αλλάξει ποτέ κουβέντα, αλλά γνωριζόντουσαν από τη μπυραρία παραπάνω. Ο ένας έγνεψε στον άλλο στιγμιαία και ο Βασάρας αισθάνθηκε ότι είχε ένα σύμμαχο μαζί του. «Τι θα έλεγες να με ανταλλάξεις με την κυρία εκεί μέσα; Δε θες να πάθει κάνα έμφραγμα και να φορτωθείς κανένα φόνο ή κάτι τέτοιο». Ο Τόλης έδειχνε να έχει όρεξη να το σκεφτεί. «Εντάξει. Άσε το όπλο σου στην πόρτα, να το βλέπω και μετά θα κάνουμε την αλλαγή».
Ο Βασάρας γύρισε στους αστυνομικούς και έκανε νόημα πως όλα είναι υπό έλεγχο, άφησε χάμω το όπλο του, σήκωσε τα χέρια και περίμενε μπροστά στην πόρτα τον Τόλη. Εκείνος, έκανε νόημα με το όπλο στη γυναίκα η οποία σηκώθηκε γρήγορα και με ασπίδα εκείνη άνοιξε την πόρτα την ίδια ώρα που τον σημάδευαν δεκάδες αστυνομικοί απ’ έξω. Ο Τόλης βγήκε λίγο έξω με την γυναίκα για να κάνει χώρο στον Βασάρα να περάσει μέσα, όπως και έγινε. Στη συνέχεια άρχισε να κάνει αργά βήματα πίσω μέχρι που ξαναμπήκε μέσα και κλείδωσε. Η γυναίκα έτρεξε γρήγορα προς τους αστυνομικούς. Στο μεταξύ ο Βασάρας είχε πάρει ήδη θέση δίπλα στον Νικήτα, όταν ο Τόλης στάθηκε από πάνω τους.
- «Και τώρα τι κάνουμε»;
- «Τώρα φίλε περιμένουμε. Η αστυνομία θα σου δώσει ότι θέλεις τώρα που κρατάς έναν αστυνόμο»! δήλωσε με σιγουριά ο Βασάρας.
- «Θα δείξει. Μέχρι τότε όμως σήκω πάνω και άρχισε αργά να βγάζεις τη στολή. Ποιος ξέρει τι άλλο κρύβετε εκεί μέσα».
- «Και τώρα τι κάνουμε»;
- «Τώρα φίλε περιμένουμε. Η αστυνομία θα σου δώσει ότι θέλεις τώρα που κρατάς έναν αστυνόμο»! δήλωσε με σιγουριά ο Βασάρας.
- «Θα δείξει. Μέχρι τότε όμως σήκω πάνω και άρχισε αργά να βγάζεις τη στολή. Ποιος ξέρει τι άλλο κρύβετε εκεί μέσα».
Ο Βασάρας τρίφτηκε στον Νικήτα για να σηκωθεί αργά, έκανε ένα βήμα μπροστά και άρχισε να βγάζει τη στολή μένοντας με το πουκάμισο. Όταν είδε τον Τόλη να ηρεμεί που κι αυτό κύλησε χωρίς απρόοπτα άρχισε να του μιλάει για άσχετα κρατώντας τον όρθιο και μακριά από τους άλλους δυο ομήρους. Ξάφνου ο Νικήτας έκανε μια απότομη κίνηση και πυροβόλησε χαμηλά προς τον Τόλη, πετυχαίνοντας όμως μονάχα τη τζαμαρία που έγινε θρύψαλα. Ο Τόλης χτυπημένος από τα γυαλιά, γύρισε και πυροβόλησε με το όπλο του τον Νικήτα ώσπου και οι δύο έπεσαν κάτω αιμόφυρτοι.
Αυτό ήταν και το έναυσμα να εισβάλλουν όλοι οι αστυνομικοί με τον Βασάρα να έχει εκμεταλλευτεί την όλη σκηνή για να αφαιρέσει το όπλο από τον Τόλη. Ο Βασάρας μαζί με τον Λάμπη προσέγγισαν τον Νικήτα που έχανε πολύ γρήγορα αίμα. «Ρε φίλε; Δε θα πιστέψεις τη μέρα μου σήμερα»!
Ο Τόλης δεν είχε παρά μερικά επιφανειακά τραύματα από τα γυαλιά. Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο και κατόπιν θα αντίκριζε τον εισαγγελέα. Στο Βασάρα δεν έδωσε κανείς σημασία, άλλωστε ο διοικητής του φρόντισε να υποβαθμίσει το γεγονός. Ο Νικήτας υπέκυψε λίγο αργότερα από την αιμορραγία. Η σφαίρα είχε καρφωθεί σε αρτηρία. Είχε δίκιο ο Νικήτας. Ήταν μια απίστευτη μέρα. Και ήταν η τελευταία του.
διαβάστε ολόκληρο το Μύθο την ερχόμενη Κυριακή στις 12:00
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Προβληματίστηκες; σχολίασε το