Μέχρι την κηδεία του Θοδωρή μια ο ίδιος ο Αρχηγός και άλλες φορές η γυναίκα του, με έπαιρναν τηλέφωνο στο κινητό για να δουν πως είμαι. Από σήμερα όμως δε θα με έβρισκαν ξανά. Όταν η γυναίκα του πέρασε από το σπίτι μου, το βρήκε κενό. Οι γείτονες την ενημέρωσαν πως είχαμε φύγει οικογενειακώς σε κάτι συγγενείς στις ΗΠΑ. Όμως αλήθεια δεν πιστεύετε ότι εγώ θα έφευγα, έτσι;
Τώρα έμενα σε ένα προσωπικό μου κρησφύγετο κοντά στη θάλασσα. Εκεί είχα ότι χρειαζόμουν σε περίπτωση ανάγκης, όμως ρούχα και λίγα τρόφιμα. Είχα μείνει αξύριστος για όλες αυτές τις μέρες και πλέον παράτησα τα κουστούμια μου, για ένα τζην παντελόνι και μια απλή μπλούζα. Φόρεσα ένα καπέλο στο κεφάλι και άλλαξα γυαλιά ηλίου. Τα γένια μου πλέον δεν άφηναν χαρακτηριστικά της ταυτότητάς μου κι έτσι ήμουν έτοιμος να συνεχίσω.
Τα πρώτα βήματα του καινούριου μου εαυτού οδηγήθηκαν στο κέντρο της Αθήνας. Εκεί, μίλησα με περιθωριακούς, ξένους, πρεζάκια, ανθρώπους δίχως αύριο. Δεν ήταν η πρώτη φορά που συναντιόμουν με πολλούς από αυτούς, όμως κανείς δεν με αναγνώριζε και πλέον ούτε εγώ τον εαυτό μου. Είχα προσθέσει στην ομιλία μου, μια παράξενη ξενική προφορά και περίμενα με ανυπομονησία για το πρώτο μου βράδυ στην περιοχή. Στην αρχή κρυβόμουν από τις αστυνομικές περιπολίες γιατί δεν είχα μαζί μου ταυτότητα, αργότερα όμως η νύχτα στις περιοχές αυτές ήταν ιδιαίτερα φιλική για τη νέα μου εμφάνιση. Πρώτος στόχος ήταν να εξοικειωθώ με όλα τα αποβράσματα τα οποία έκλεινα «μέσα» τόσα χρόνια. Βγήκαμε για μπύρες σε κοντινά, περιθωριακά μπαρ, ανταλλάξαμε τσιγάρα από τράκες και στο τέλος πέρασα την υπέρτατη -ως εκείνη τη στιγμή- δοκιμασία του να κλέψω. Έκλεψα αλκοόλ από ψιλικατζίδικα ή φαγητό και τσιγάρα. Η επόμενη δοκιμασία ήταν τα ναρκωτικά. Σε μια γειτονιά που ζούσε από την πρέζα εγώ δεν έπρεπε να δείχνω νεκρός. Στην αρχή δοκίμασα και σύντομα το αναζητούσα.
Ακόμα κι έτσι ήμουν πλέον ένας από εκείνους. Συχνά περνούσα από δοκιμασίες των πιο... μεγάλων εκεί μέσα. Δοκιμασίες όπως η αναγνώριση της ταυτότητάς μου, όμως πάντοτε λάμβαναν αρνητική απάντηση με χαρακτηριστική αγένεια. Η αγένεια έχει πάντα ευεργετικές ιδιότητες σε αποβράσματα σαν αυτούς. Σε ένα από τα βράδια αυτά, αντιλήφθηκα μερικούς τύπους να με παρακολουθούν ως το σπίτι που έμενα τώρα. Δεν είχα πρόβλημα καθώς δε θα μπορούσαν να βρουν τίποτα που να με συνδέει με την αληθινή μου ταυτότητα. Ένα πρωί με περίμενε ένας τύπος έξω απ' το σπίτι μου. Με χαιρέτισε με ένα νεύμα και μου έδωσε ένα τσιγάρο. «Πάμε για καφέ. Εγώ κερνάω». Τον τύπο τον έβλεπα για πρώτη φορά, όπως όμως κατάλαβα στη συνέχεια το εισιτήριο μου γι' αυτόν, ήταν η αναρχικού τύπου δηλώσεις μου στα στέκια. Με τον συγκεκριμένο τύπο, αφού ανταλλάξαμε μερικές απόψεις κατά της αστυνομίας και κάτι παρεμφερή, άκουσα την πρόταση του: «οι περισσότεροι στα στέκια είναι πρεζάκια στον κόσμο τους ή αλλοδαποί που δεν καταλαβαίνουν τίποτα. Ύστερα είναι τα μέλη συμμοριών που ασχολούνται με την πολιτική. Εμένα με ενδιαφέρει η αστυνομία. Αυτοί οι αλήτες που πληρώνονται από τους φόρους των ελλήνων πολιτών». Δεν διαφώνησα σε κανένα σημείο και περίμενα να συνεχίσει, όπως και έγινε: «στην πιάτσα ακούγεται ότι ξέρεις και να χρησιμοποιείς το όπλο και να διαφεύγεις. Δεν ξέρω από πού έρχεσαι φίλε, αλλά ακούω ότι στα μέρη σου, εκπαιδεύστε καλά. Έλα απόψε μαζί μου. Θα σε μάθω να σκοτώνεις μπάτσους και ύστερα θα σου δείξω να το ευχαριστιέσαι κιόλας, κάνοντας πλάκα με τους υπόλοιπους».
Δέχτηκα με ενθουσιασμό την πρόταση, αλλά συνειδητοποίησα πως αυτή θα ήταν η μεγαλύτερη δοκιμασία μου. Δεν ήξερα τι θα γινόταν το βράδυ, ήξερα όμως ότι είχα βρει τον άνθρωπό μου.
Το βράδυ κατέβηκα στα «στέκια» φέροντας μαζί μου δύο όπλα. Και τα δύο είναι από την πιάτσα αγορασμένα. Στο κέντρο της πόλης βρίσκεις εύκολα όπλο αν ξέρεις να ψάξεις. Στην πλατεία συνάντησα μερικούς από τους καινούριους μου γνωστούς οπότε και αγόρασα τη δόση μου για σήμερα. Δεν κρύβω ότι τη χρειαζόμουν και ότι με έκανε πιο χαλαρό σε στιγμές που θα ήταν δύσκολες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Προβληματίστηκες; σχολίασε το