Μια φορά σε έναν καιρό σε ένα χωριό στην Σπάρτη, η Αντιγόνη δεν ήταν παρά μια νεαρή έφηβος που ζούσε ότι κάθε τυχερή κοπέλα της ηλικίας της. Έναν παιδικό έρωτα. Βέβαια, η Αντιγόνη είχε την ατυχία να τον ζήσει κοντά σε ένα μεγαλύτερο της αγόρι, τον Γιώργο.
Εκείνος δυναμικός, πάντα μέσα σε όλα, κοινωνικός και γνωστός σε όλο το χωριό κι εκείνη μικρή, αδύναμη, ντροπαλή, με λίγες παρέες και φίλες. Δεν ξέρω αν ο Γιώργος πήρε ποτέ στα σοβαρά την Αντιγόνη, σίγουρα όμως εκμεταλλεύτηκε το ότι εκείνη ήταν ερωτευμένη μαζί του σχεδόν χωρίς να τον ξέρει. Το πιο σημαντικό βράδυ για εκείνη ήταν όταν ένοιωσε πως από ένα κορίτσι έγινε γυναίκα. Γυρνώντας από ένα πανηγύρι του διπλανού χωριού ο Γιώργος της γνώρισε τα μυστικά του έρωτα και η Αντιγόνη αν και διστακτική στην αρχή, απόλαυσε την κάθε στιγμή.
Η συνέχεια δεν ήταν το ίδιο ιδανική. Ο Γιώργος απομακρύνθηκε από την Αντιγόνη και άρχισε να βλέπει κι άλλα κορίτσια. Άλλωστε ποτέ δεν συστήθηκαν στο χωριό σαν ζευγάρι. Εκείνη έχασε τα ίχνη του όταν αυτός κατετάγη στον στρατό. Δεν το σκέφτηκε πολύ και έφυγε από το χωριό για να τον βρει στο στρατόπεδο. Μπορεί να είχαν να βρεθούν πολύ καιρό, όμως ο Γιώργος την οδήγησε κρυφά πίσω από μια σκοπιά και της έκανε έρωτα όπως την πρώτη φορά. Γυρνώντας στο χωριό, η Αντιγόνη πίστεψε πως αυτή τη φορά οι δυο τους είχαν κάτι πιο σοβαρό. Αντάλλασσαν τηλεφωνήματα και μηνύματα όμως εκείνη έπρεπε παράλληλα να επικεντρωθεί στα μαθήματα της καθώς η μέρα για τις πανελλήνιες εξετάσεις πλησίαζε. Σε αυτό μάλλον που τη βοήθησε ο Γιώργος που επέστρεψε από τον στρατό ως πολίτης πλέον με τη συντροφιά μιας άλλης κοπέλας. Για μία ακόμη φορά η Αντιγόνη έπνιξε το θυμό της και συνέχισε. Για την Αντιγόνη αυτό ήταν ένα ακόμη μαρτύριο. Θα έκανε τα πάντα να ήταν με τον μεγάλο της έρωτα κι όμως αυτός της έδινε μόνο λίγες ελπίδες κι ύστερα της γυρνούσε την πλάτη.
Σε ένα εφηβικό της ξέσπασμα πήρε την απόφαση να το ριψοκινδυνεύει. Βγήκε σε ένα κοντινό μπαρ που ήξερε πως ο ίδιος σύχναζε με την κοπέλα του. Η Αντιγόνη είχε ντυθεί πολύ προκλητικά. Πολύ περισσότερο απ’ ότι οι ψίθυροι στο χωριό θα άντεχαν. Συναντώντας τους δύο στο μπαρ άρχισε να πίνει και να καπνίζει δείχνοντας ξεκάθαρα σε εκείνον και την κοπέλα πως ήθελε να παίξει επιθετικά. Αυτός κάτι συζήτησε με το ραντεβού του και σύντομα και οι δύο πλησίασαν την Αντιγόνη κερνώντας την ποτό. Ύστερα άλλο ένα κι άλλο, κι άλλο. Όταν η Αντιγόνη ήταν αρκετά ζαλισμένη ο Γιώργος της ψιθύρισε στο αυτί: “κέρδισες κάτι από εμένα. Ακολούθησε μας”. Η Αντιγόνη κοίταξε την άλλη κοπέλα που έδειχνε ευδιάθετη και σύντομα μπήκαν στο αυτοκίνητό του φτάνοντας σε ένα σπίτι αρκετά έξω από το χωριό. Ο Γιώργος έβαλε στις δύο γυναίκες ποτό και αργότερα τις κάλεσε δίπλα του βγάζοντας από την τσέπη του ένα μικρό κουτάκι που περιείχε σκόνη. “Η Τούλα τρελαίνεται γι’ αυτό. Τη βοηθά να με ευχαριστεί. Δοκίμασε. Θα περάσεις αξέχαστα”. Πρώτη σνίφαρε η Τούλα και η ήδη ζαλισμένη Αντιγόνη ακολούθησε. Αργότερα έκαναν έρωτα οι τρεις τους μέχρι το πρωί. Ακολούθησαν αρκετές ημέρες μέχρι να βρεθούν ξανά. Σε μια ακόμη ανύποπτη συνάντησή τους, ο Γιώργος της είπε “ότι κι αν γίνει, ότι κι αν κάνω, θα είσαι πάντα το αγαπημένο μου κορίτσι”. Εκείνη τη στιγμή, μάλλον που ήταν αρκετό για την Αντιγόνη.
Θα ήταν όμως πάντοτε αρκετό; Περνώντας ο καιρός, η Αντιγόνη πέρασε στο πανεπιστήμιο των Πατρών και πανευτυχής το αποκάλυψε σε εκείνον που έδειξε να αδιαφορεί. Ήταν φανερό πως αντιδρούσε στην επιτυχία της και από φθόνο που έφευγε από κοντά του επέλεγε μια στάση παθητική που πλήγωνε για μια ακόμη φορά την Αντιγόνη. Η χαρά της είχε επισκιαστεί από την απόσταση και κάθε της βήμα εκεί είχε ως σκέψη αυτόν. Θα ήταν όμως και η συνέχεια έτσι;
Λόγια, υποσχέσεις, χωρισμοί, αποχωρισμοί... Μήπως τελικά όμως είναι-ήταν απλά μία εμμονή;
ΑπάντησηΔιαγραφή:[ Αντιγόνη
ΑπάντησηΔιαγραφήέχω την εντύπωση πως δεν υπάρχει ποτέ μια "απλή" εμμονή. Το τρομακτικό για τις εμμονές είναι πως είναι απρόβλεπτες και επικίνδυνες.
Αν δεν σε έπεισα, τότε μείνε στο yannidakis για τη συνέχεια του Μύθου :[