Ο Καπετάνιος έμαθε περισσότερες πληροφορίες για τον παραλίγο βιαστή της κοπέλας. Βρήκε τη διεύθυνση του και τον ακολούθησε θέλοντας να τον παραδώσει στην αστυνομία. Ήταν όμως το τελευταίο βήμα κι εκείνος ήθελε να είναι προσεκτικός καθώς ήξερε πως δε θα είναι τόσο εύκολο. Η αδρεναλίνη είχε ανέβει όσο ποτέ και άρα έκρινε πως ήταν χρήσιμο ένα διάλειμμα.
Πήγε στο σπίτι του γιου του. Ήθελε να δει τα εγγόνια του αισθανόμενος πως ρισκάρει και τη ζωή του στα ίχνη του εγκληματία. Στο σπίτι βρήκε τα παιδιά του γιου του και έκατσε μαζί τους για ώρα παίζοντας. Όταν ο γιος του γύρισε από τη δουλειά, αιφνιδιάστηκε, όμως σύντομα αγκάλιασε τον πατέρα του και σε λίγο μαζί περνούσαν λίγες στιγμές ξεγνοιασιάς.
- “Ξέρεις πόσο σε αγαπώ, όμως ποτέ δε θα σου συγχωρήσω το ότι με έδιωξες από αυτήν την υπέροχη οικογένεια σου και με έκλεισες σε αυτό το μπουντρούμι το οποίο κανείς δεν επισκέπτεται πια”. Μονολογούσε με παράπονο.
- “Εσύ πατέρα επέλεξες να είσαι μόνος. Ο Καπετάνιος ήταν πάντοτε πιο σημαντικός για σένα από εμάς και κάθε φορά που αργούσες να επιστρέψεις ήταν αργός θάνατος για εμένα που φοβόμουν μήπως μείνω εντελώς μόνος. Δε θα το καταλάβεις ποτέ αυτό. Όσο ασχολείσαι με αυτό το ψέμα, δεν έχεις θέση σπίτι μου. Άλλωστε το κράτος σου παραχώρησε αυτό το σπίτι. Εσύ είσαι εκείνος που πρέπει να το διατηρείς καθαρό” απάντησε απολογητικά ο γιος του.
Ο Καπετάνιος σηκώθηκε και έκατσε λίγο ακόμα με τα εγγόνια στα οποία προσπάθησε να αφηγηθεί μια ιστορία, την ιστορία του Καπετάνιου. Κατόπιν στράφηκε πάλι στον γιο του που είχε παραμείνει στην καρέκλα της τραπεζαρίας και κοιτούσε τον πατέρα του καθώς έπαιζε με τα παιδιά του.
- “Ξέρεις, νομίζω πως πρέπει να σου πω την πλήρη αλήθεια για τη μητέρα σου καθώς για εκείνη δημιουργήθηκε ο Καπετάνιος. Όταν ήσουν ακόμα νεογέννητο, κάναμε με τη μητέρα σου μία βόλτα στην πόλη όταν δεχθήκαμε επίθεση από έναν εγκληματία που έβγαλε πιστόλι και πυροβόλησε την μητέρα σου. Εγώ φοβήθηκα να αντιδράσω. Εκείνος οπλοφορούσε, αν με σκότωνε θα έμενες ορφανός. Τότε ήταν που αποφάσισα πως κανένα παιδί δε θέλω να κινδυνέψει όπως εσύ. Αποφάσισα να υπερασπίσω τους αδύναμους και εκείνη την περίοδο το κατάφερα”.
- “Δηλαδή μου λες πως η μαμά δεν πέθανε από επιπλοκή μετά τη γέννα”; ρώτησε με γουρλωμένα μάτια.
- “Όχι”, απάντησε ξερά.
Ο γιος του σηκώθηκε τον πλησίασε και του έκανε νόημα να σηκωθεί κι εκείνος. “Θέλω να φύγεις και να μην γυρίσεις ξανά. Είσαι ψεύτης και άλλωστε ποτέ δεν προσέφερες σε εμένα ή στην δική μου οικογένεια. Στο λέω ήρεμα για να μην ταράξω τα παιδιά μου. Απλά, φύγε” του είπε ψιθυριστά.
Πραγματικά. Αφού έσκυψε και φίλησε τα παιδιά, κατευθύνθηκε προς την πόρτα, κοίταξε δακρυσμένος τον γιο του βαθιά στα μάτια και φεύγοντας του ψιθύρισε: “Θα επανορθώσω”.
- “Ξέρεις πόσο σε αγαπώ, όμως ποτέ δε θα σου συγχωρήσω το ότι με έδιωξες από αυτήν την υπέροχη οικογένεια σου και με έκλεισες σε αυτό το μπουντρούμι το οποίο κανείς δεν επισκέπτεται πια”. Μονολογούσε με παράπονο.
- “Εσύ πατέρα επέλεξες να είσαι μόνος. Ο Καπετάνιος ήταν πάντοτε πιο σημαντικός για σένα από εμάς και κάθε φορά που αργούσες να επιστρέψεις ήταν αργός θάνατος για εμένα που φοβόμουν μήπως μείνω εντελώς μόνος. Δε θα το καταλάβεις ποτέ αυτό. Όσο ασχολείσαι με αυτό το ψέμα, δεν έχεις θέση σπίτι μου. Άλλωστε το κράτος σου παραχώρησε αυτό το σπίτι. Εσύ είσαι εκείνος που πρέπει να το διατηρείς καθαρό” απάντησε απολογητικά ο γιος του.
Ο Καπετάνιος σηκώθηκε και έκατσε λίγο ακόμα με τα εγγόνια στα οποία προσπάθησε να αφηγηθεί μια ιστορία, την ιστορία του Καπετάνιου. Κατόπιν στράφηκε πάλι στον γιο του που είχε παραμείνει στην καρέκλα της τραπεζαρίας και κοιτούσε τον πατέρα του καθώς έπαιζε με τα παιδιά του.
- “Ξέρεις, νομίζω πως πρέπει να σου πω την πλήρη αλήθεια για τη μητέρα σου καθώς για εκείνη δημιουργήθηκε ο Καπετάνιος. Όταν ήσουν ακόμα νεογέννητο, κάναμε με τη μητέρα σου μία βόλτα στην πόλη όταν δεχθήκαμε επίθεση από έναν εγκληματία που έβγαλε πιστόλι και πυροβόλησε την μητέρα σου. Εγώ φοβήθηκα να αντιδράσω. Εκείνος οπλοφορούσε, αν με σκότωνε θα έμενες ορφανός. Τότε ήταν που αποφάσισα πως κανένα παιδί δε θέλω να κινδυνέψει όπως εσύ. Αποφάσισα να υπερασπίσω τους αδύναμους και εκείνη την περίοδο το κατάφερα”.
- “Δηλαδή μου λες πως η μαμά δεν πέθανε από επιπλοκή μετά τη γέννα”; ρώτησε με γουρλωμένα μάτια.
- “Όχι”, απάντησε ξερά.
Ο γιος του σηκώθηκε τον πλησίασε και του έκανε νόημα να σηκωθεί κι εκείνος. “Θέλω να φύγεις και να μην γυρίσεις ξανά. Είσαι ψεύτης και άλλωστε ποτέ δεν προσέφερες σε εμένα ή στην δική μου οικογένεια. Στο λέω ήρεμα για να μην ταράξω τα παιδιά μου. Απλά, φύγε” του είπε ψιθυριστά.
Πραγματικά. Αφού έσκυψε και φίλησε τα παιδιά, κατευθύνθηκε προς την πόρτα, κοίταξε δακρυσμένος τον γιο του βαθιά στα μάτια και φεύγοντας του ψιθύρισε: “Θα επανορθώσω”.
Η πικρία του τον οδηγούσε σε έναν μόνο στόχο. Να βάλει ένα τέλος. Σε τι όμως;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Προβληματίστηκες; σχολίασε το