Στο πίσω μέρος του μυαλού του Περάκη βρισκόταν πάντα το ενδεχόμενο, ο Στέφανος να έχει δολοφονηθεί. Προφανώς δεν ήταν θύμα απαγωγής εφόσον εδώ και ένα μήνα κανείς δε ζήτησε λύτρα, αν και το γεγονός πως η γυναίκα του λάμβανε αρκετά χρήματα κάθε μήνα με κάποιον μυστηριώδη τρόπο, τον έκανε να έχει δεύτερες σκέψεις.
Τα πράγματα όμως δεν ήταν έτσι. Ο Στέφανος ζούσε και βρισκόταν πολύ κοντά στην οικογένεια του. Είχε νοικιάσει μια μικρή γκαρσονιέρα σε διπλανή πόλη και συχνά περνούσε μεταμφιεσμένος κοντά στο σπίτι του για να δει τη γυναίκα του και το παιδί του χωρίς όμως ποτέ εκείνοι να τον αντιληφθούν. Στην γκαρσονιέρα υπήρχε ένας πανάκριβος υπολογιστής, μία τηλεόραση, ένα κρεβάτι και αμέτρητα βιβλία, περιοδικά και εφημερίδες, όλα τακτοποιημένα στο πάτωμα. Όταν δεν παρακολουθούσε κρυφά την οικογένειά του, έγραφε. Έγραφε ασταμάτητα στον υπολογιστή του.
Ο Στέφανος ήταν ένας διάσημος συντάκτης σε πληθώρα εφημερίδων και περιοδικών. Έγραφε για θέματα ποικίλης ύλης και χρησιμοποιούσε πάντοτε ψευδώνυμα. Κανείς δεν ήξερε ποιος είναι ο Σέφανος, αφού με όλους τους εκδότες συνομιλούσε ηλεκτρονικά, όμως όλοι ήταν ικανοποιημένοι μαζί του και ποτέ κανείς δεν έψαξε για κάτι περισσότερο. Στήλες, άρθρα ή και αφιερώματα για θέματα πολιτικής, αθλητισμού, οικονομίας και οτιδήποτε βρισκόταν στην επικαιρότητα, απασχολούσαν την θεματολογία του. Όταν όμως έστελνε καθημερινά την ύλη του, όταν θα είχε χρόνο να κλείσει τον υπολογιστή και να ξεκουραστεί, εκείνος συνέχιζε… Δούλευε πάνω σε κάτι ξεχωριστό. Ένα βιβλίο. Ένα μυθιστόρημα. Κάτι που θα του εξασφάλιζε αρκετά χρήματα για πολύ καιρό.
Η μόνη επαφή του Στέφανου με το παρελθόν του, ήταν η Αριστέα. Φίλη από παλιά, συνέχιζαν να έχουν επικοινωνία αφού του είχε ορκιστεί πως δεν θα αποκάλυπτε το μυστικό του. Ήταν η μόνη γυναίκα που τον ηρεμούσε, που μάθαινε τα σχέδια και τις φιλοδοξίες του, τα πιο απόκρυφα μυστικά του και τώρα η μόνο που τον συνέδεε με το ένδοξο παρελθόν του. Μέσω εκείνης έστελνε χρήματα στην οικογένεια του από κάποιον γνωστό της στο ταχυδρομείο, χωρίς ποτέ κανείς να αντιληφθεί τον αποστολέα.
Την ίδια ώρα ο Περάκης μιλούσε με τους γνωστούς του επιβεβαιώνοντας την κοινωνικότητα του αγνοούμενου, την αυτοπεποίθηση και το κύρος του σαν άτομο. Οι έρευνές του, δεν άργησαν να φτάσουν στην Αριστέα η οποία στην αρχή προσπάθησε να κρατήσει το μυστικό από την αστυνομία όμως τα λόγια του Περάκη τη λύγισαν: “Η Χρύσα είναι φοβισμένη. Νομίζει πως ο άντρας της πέθανε και το παιδί χάνει την ηρεμία του. Εξάλλου αν μαθευτεί πως κάτι συμβαίνει θα αντιμετωπίσεις προβλήματα με τον νόμο. Αυτά στα λέω φιλικά. Εσύ μπορείς να μου πεις τι πρέπει να κάνω αν θέλεις…” είπε κι εκείνη δάκρυσε, ανοίγοντας ένα φάκελο στον υπολογιστή της που περιείχε το αρχείο συνομιλιών τους. “Δε θα ακουστείς πουθενά. Ούτε στην Χρύσα ούτε στον Στέφανο”.
Ο Περάκης έφυγε ικανοποιημένος για να απευθυνθεί σε συναδέλφους του που θα έβρισκαν τα ίχνη του μέσω του υπολογιστή που χρησιμοποιούσε για να συνομιλήσει με την Αριστέα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Προβληματίστηκες; σχολίασε το