ακροβατώντας σε κύματα ρεαλισμού & ρομαντισμού, σκέψεις & συναισθήματα αποτυπώνονται σε λέξεις
Καλώς ορίσατε στις σκέψεις του +yannidakis
Τα κρυστάλλινα νερά έπεφταν αστραφτερά πάνω στα μαλλιά της και χάιδευαν σαν βελούδο το σκίρτημα του γυμνού κορμιού της. Ένιωθε μια πρωτόγνωρη ευδαιμονία που άγγιζε την ηδονή να καταλαμβάνει όλο της το είναι και με τα μάτια κλειστά στεκόταν στα ρηχά μιας μικρής λίμνης κάτω από τα μελωδικά νερά του μικρού καταρράκτη που την έλουζε. Τριγύρω πυκνές φυλλοσιές από τροπικά δέντρα και άνθη που 'σβήναν σ’ ένα απέραντο πράσινο και πολύχρωμες φτερούγες πουλιών πετάριζαν παιχνιδιάρικα μέσα σ’ αυτόν ειδυλλιακό παράδεισο Άγγιξε με τα μακρυά της δάχτυλα το πρόσωπό της και αναστέναξε καθώς ένιωθε να γίνεται ένα μαζί με την φύση γύρω της. Όλες οι έγνοιες και τα άγχη φεύγαν μακριά από τους ώμους της και η ζωή έμοιαζε και πάλι όμορφη. “Με πλήγωσες…” του είπε μα τώρα πια τα νύχια του σκότους δεν την άγγιζαν πια. Και καθώς οι σκέψεις της πετούσαν χερουβικά πάνω από το σμαραγδένιο τοπίο ένας φοβερός κρότος τις έκοψε σαν άπονο μαχαίρι που κόβει τη σάρκα με την κοφτερή λεπίδα του.
Ανασηκώθηκε στο κρεβάτι τρομαγμένη κι ο ιδρώτας έτρεχε από τους κροτάφους της πάνω στα μάγουλά της που ήταν πυρωμένα. Δίπλα της το κενό και μέσα στο μισοσκόταδο το άδειο μαξιλάρι ήταν ακόμα, εκεί, ψυχρό και άδειο… Σηκώθηκε και περπάτησε προς το παράθυρο τραβώντας τις κουρτίνες δεξιά κι αριστερά. Ήταν ακόμα τρεις το μεσημέρι μα έξω η μέρα έμοιαζε σκοτεινή. Στο βάθος του ορίζοντα μπορούσε να δει καθαρά τα πυκνά μαύρα σύννεφα να σηκώνονται επιβλητικά, δαιμονισμένα και να στροβιλίζουν απειλητικά πάνω στο γκρι χάος του απέραντου ουρανού. Ανάμεσα στα πυκνά γκρι και μαύρα μανιτάρια των σύννεφων, οι λάμψεις των κεραυνών αναβόσβηναν σαν προβολείς με φόντο το χαοτικό σκότος. Ταράχτηκε και γύρισε να βουτήξει και πάλι στο μοναχικό της κρεβάτι μα κρατήθηκε. Κάτι την έκανε να σταθεί για μια στιγμή και βάζοντας την διάφανη ρόμπα της περπάτησε κι άνοιξε την πόρτα βγαίνοντας έξω. Η ατμόσφαιρα ήταν υγρή, ηλεκτρισμένη με μια παράξενη αναμονή κι ένα τρομερό φύσημα έκανε τα μαλλιά της να ανεμίσουν τρελά πάνω στους ώμους της. Ο αέρας που σηκώθηκε έκανε τα πουλιά να πετάξουν τρομαγμένα μακριά και τα φύλλα των δέντρων έβαλαν όλοι τους τη δύναμη να κρατηθούν πάνω στα κλωνιά. Ένα μοναχικό κυπαρίσσι χόρεψε αβοήθητο πάνω στον σκούρο κορμό του και η κορφή του ταλαντεύτηκε τρελά στη μανία του αέρα. Το κοίταξε μελαγχολικά και η καρδιά της ράγισε νιώθοντας τον πόνο του. Η εκτυφλωτική αστραπή που έκανε το πρόσωπό της να λάμψει την έκανε να σκοντάψει και να πέσει με τα γόνατα πάνω στο τρυφερό γρασίδι και να καλύψει τ’ αυτιά της για να μην ακούσει την τρομερή βροντή που ακολούθησε κι έκανε τη γη να τρέμει.
Οι πρώτες σταγόνες της βροχής τρύπησαν το πρόσωπό της σαν σουβλερά κρύα καρφιά κι έστειλαν μια ανατριχίλα σε όλο της το σώμα. Και γρήγορα οι σταγόνες γίνανε μυριάδες και σαν καταρράκτης άρχισαν να τη χτυπύν αλύπητα. Σηκώθηκε, καθώς η ρόμπα της μούσκευε μέσα στην καταρρακτώδη βροχή τώρα και μέσα στο ημίφως με το σώμα της να τρέμει, η σκέψη της ταξίδεψε σε ένα άλλο όνειρο. Μέσα στο σκοτάδι και την ταραχή της καταιγίδας θυμήθηκε τα λόγια του που είχαν περιγράψει αυτή ακριβώς τη στιγμή όταν οι δυο τους χορεύαν αγκαλιασμένοι ένα μυστηριώδες βαλς που έκανε τα πόδια τους να μην αγγίζουν τη γη. Άπλωσε τα χέρια λες κι ήθελε ν’ αγκαλιάσει τη βροχή και με την μουσκεμένη ρόμπα να διαγράφει τις καμπύλες του κορμιού της άρχισε να χορεύει το μυστικό εκείνο βαλς, εκείνο που την έκανε να πετάει και να γίνεται και πάλι ένα με τη φύση. Κι η καταιγίδα λυσσομανούσε μα εκείνη είχε πια φύγει μακριά στο μυστικό της όνειρο... +Niko Spiridakis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Προβληματίστηκες; σχολίασε το