ΜΗΝΑΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗΣ: ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2010
Μια φορά σε έναν καιρό είχα κλείσει τα φώτα στο δωμάτιο μου, ο υπολογιστής ήταν σε κατάσταση αναμονής εδώ και ώρα, το ίδιο και οι ελπίδες μου. Δεν περίμενα να μου χτυπήσουν την πόρτα οι γονείς, ούτε το τηλέφωνο οι ψεύτικοι φίλοι μου. Δεν ήθελα να ακούσω συγγνώμη από εκείνη κι ούτε θα το έριχνα στο διάβασμα για να ξεχάσω.
Ήθελα απλά μια μικρή αφορμή για να το κάνω. Έτσι κι αλλιώς έχω αποφασίσει να δώσω τέλος στη ζωή μου εδώ και πολύ καιρό, έχω σκεφτεί ακόμα και τον τρόπο. Θέλω απλά να το κάνω. Αυτό το σημείωμα δεν είναι αποχαιρετιστήριος λόγος ούτε ένα γράμμα για να θυμηθείτε πόσο καλός ήμουν. Αυτά έπρεπε να τα σκεφτείτε δεκαπέντε χρόνια τώρα που όλο ζητάτε από μένα. Να είμαι καλό παιδί, καλός μαθητής, να φέρνω κύπελλα, να μη σας κάνω ρεζίλι όταν βγαίνω, να σοβαρευτώ γιατί κάτι πρέπει να κάνω στη ζωή μου. Η μέρα μου άρχιζε στις 7 και τελείωνε πριν καν ξεκινήσει. Δε θέλω μια τέτοια ζωή.
Σκέφτομαι τη ζωή μου ως τώρα. Μικρή για σας τους μεγάλους, αρκετή και βασανιστική για μένα. Ναι, υπήρξαν όμορφες στιγμές μα ούτε αυτές θέλω να θυμάμαι μιας και πάντα κάτι κακό συνέβαινε στο τέλος και χαλούσαν. Δε μπορώ να έχω τμηματική μνήμη πια. Θέλω το τέλος να έρθει για να σταματήσουν και οι αναμνήσεις μα και τα όνειρα μαζί. Ξέρω άλλωστε πως και με το τέλος μου εσείς θα συνεχίσετε το καταστρεπτικό σας έργο σα να μην έγινε τίποτα. Θα μαλώνετε για το ποιός έχει περισσότερη ευθύνη, θα αντιδράσετε γιατί χάθηκε ένας φίλος και συμμαθητής. Τώρα γέλασα. Ποιός φίλος; Κι εσείς μια αφορμή θέλατε για να ξεσπάσετε την ανόητη εφηβεία σας.
Ξέρω πως έρχεται Σαββατοκύριακο και εμένα πάντα μου άρεσαν τα σαββατοκύριακα. Από τη μια επειδή θα έβλεπα για δύο μέρες λιγότερα άτομα κι απ’ την άλλη επειδή πλησίαζε επιτέλους ένα τέλος. Ας ήταν και της εβδομάδας. Θα το ζήσω λοιπόν. Θα ζήσω κι αυτήν την εβδομάδα. Και την επόμενη Παρασκευή θα δώσω την αιώνια χαρά στον εαυτό μου.
Η εβδομάδα μου ήταν ακριβώς όπως όλες οι άλλες. Κάθε μέρα όμως ένοιωθα τη μιζέρια να μου δίνει το έναυσμα. Την αφορμή για να δώσω το τέλος που επιθυμούσα διακαώς εδώ και τόσο καιρό.
Κάτι αναπάντεχο όμως συνέβη μεσοβδόμαδα. Νέοι, μαθητές και φοιτητές ξεχύθηκαν στους δρόμους. Διαδήλωναν –λέει- για ένα καλύτερο αύριο στην παιδεία. Ήμουν περαστικός από το σημείο της πορείας και γι’ αυτό σταμάτησα έναν συνομήλικο μου ρωτώντας τον: “Αλήθεια τι πιστεύεις πως θα πετύχεις;”
- “Στο τέλος κάνουμε ταμείο φίλε. Αυτές οι πορείες μένουν στην ιστορία. Μόνο με αίμα κατακτάς σήμερα. Έλα μαζί μας” φώναζε με φανατισμό.
- “Λυπάμαι φίλε, αλλά εκεί που πάω εγώ, δε θες να έρθεις εσύ. Και να ξέρεις πως τίποτα δεν καταφέρνεις έτσι” του απάντησα ψυχρά χτυπώντας τον παρηγορητικά στην πλάτη.
Ήταν ακριβώς η στιγμή που κάποιοι από την πορεία έβαζαν φωτιά σε κάδους, έσπαγαν βιτρίνες και συγκρούονταν με την αστυνομία. Τότε κατάλαβα. Οι μεγάλοι δεν είναι μόνοι τους. Οι νέοι βρίσκονται στην ακριβώς ίδια χαοτική κατάσταση, χωρίς λογική και σκέψη. Σίγουρα είχα αποφασίσει να μην μεγαλώσω άλλο, όμως τώρα δεν ήθελα να είμαι και νέος. Δεν ήθελα να είμαι, καν. Αυτή ήταν η αφορμή που επιζητούσα.
Παρασκευή πάλι. Η μέρα που σου δείχνει πως τελειώνει η εβδομάδα. Η μέρα που δείχνει πως θα τελειώσει η ζωή μου. Έσβησα τα φώτα και έφερα μπροστά στο κρεβάτι μου το μεγάλο χρονόμετρο που είχα αγοράσει. Ήπια τα χάπια που είχα παραγγείλει στο διαδίκτυο και πάτησα το κουμπί να ξεκινήσει η χρονομέτρηση. Είχα αγωνία να διαπιστώσω σε πόση ώρα θα ‘τελειώσω’ και σε πόση θα με αναζητήσει κάποιος…
Χαλαρός. Ξαπλωμένος στο κρεβάτι προσπαθούσα να βάλω στο μυαλό μου πράγματα που θα με έκαναν να νοιώσω τύψεις που έκανα το μεγάλο βήμα. Άλλοτε έβρισκα, άλλοτε όχι. Τύψεις όμως δεν ένοιωσα. Και ξαφνικά σταμάτησα να νοιώθω γενικώς. Αυτό ήταν.
Την επόμενη μέρα. Μετά από δώδεκα και πλέον ώρες η μητέρα του νέου μπήκε στο δωμάτιο του. Ήθελε απλά να του πει ότι φεύγει για το Σαββατοκύριακο. Τίποτα άλλο. Σκέφτηκε να μην τον ξυπνήσει… το προτιμούσε να μην αντικρύσει την κατηγόρια του γιου της. Όμως το έκανε και τον βρήκε νεκρό.
Έβαλε τις φωνές και πανικόβλητη κάλεσε τον άντρα της. Ήταν τέτοιο το σοκ που ακόμα και οι γείτονες ήρθαν. Σε λίγη ώρα δημοσιογράφοι, συμμαθητές, άσχετος κόσμος είχαν κατακλύσει το δωμάτιο του παιδιού. Τότε μόνο κάποιος παρατήρησε το σημείωμα. Το σημείωμα! Ένα κομμάτι χαρτί με λίγες μπερδεμένες σκέψεις που έγινε πρωτοσέλιδο στις εφημερίδες, πρώτη είδηση στην τηλεόραση, ‘ευαγγέλιο’ στους νέους που βρήκαν στο πρόσωπό του μια ακόμη αφορμή να ξεχυθούν στους δρόμους, να ξεσπάσουν την εφηβεία τους, να αντιδράσουν στο κατεστημένο, να διεκδικήσουν τη δική τους επανάσταση.
Στους δρόμους λοιπόν με άλλους που δεν ήξεραν τι ζητούσαν κι άλλους που νόμιζαν πως ήξεραν. Να καταστρέφουν και να λεηλατούν ώσπου μια σφαίρα τυχαία ή όχι, να καρφώνει στο κεφάλι ενός ακόμα νέου. Και τότε; Νέος κύκλος επαναστάσεων. Όλα για την παιδεία. Όλα για ένα καλύτερο αύριο που πάντα ήξερα πως δε θα ερχόταν, όχι τώρα, όχι έτσι. Ήμουν σίγουρος πως ο θάνατος μου θα ξεχνιόταν γρήγορα και για να είμαι ειλικρινής δεν ήξερα ότι θα προκαλέσει τόσο. Εγώ το μόνο που ήθελα ήταν να δω από το χρονόμετρο σε πόση ώρα θα το παρατηρούσε κάποιος. Άλλωστε εγώ το έκανα για μένα. Ήθελα να δώσω τέλος στη δική μου ζωή, για τους δικούς μου λόγους, στο χρονικό σημείο που εγώ θα επέλεγα. Κι έτσι έγινε. Το αν είχα δίκιο δεν έχει σημασία. Έχω το ακαταλόγιστο του νέου, του έφηβου, εκείνου που πολεμά για κάποιον λόγο, είτε τον ξέρει, είτε νομίζει πως τον ξέρει. Τι σημασία έχει;