Το δεύτερο άρθρο της συμμετοχής μου στο τεύχος #30 του
Σε μια Ελλάδα των ανατροπών και των συνεχών πειραμάτων μέσα από δοκιμασίες στο όνομα της πάταξης της διαφθοράς και της οικονομικής εξυγίανσης, αν και τα θύματα είναι η πλειοψηφία των πολιτών στο επίκεντρο είναι οι πολιτικοί. Και δικαίως. Η αγανάκτηση του γνωστού μέσου έλληνα για τα βουλευτικά αίσχη, για τα δημοσιογραφικά σκάνδαλα και τις αρχαιρεσίες των δημοσίων υπαλλήλων υψηλών κλιμακίων έχει φτάσει στο απροχώρητο. Κι όταν η συνολική εικόνα των τριακοσίων παράγει ένα πρόσωπο αναξιοπιστίας ο έλληνας θεατής των τεκταινόμενων αγανακτεί μπρος στην πολιτική αντιπαράθεση που συμβαίνει μεταξύ τους. Στην πολιτική Βρετανία μια νέα σελίδα ξεκίνησε με την νέα κυβέρνηση συνασπισμού με δύο κόμματα να αναλαμβάνουν τα ηνία της χώρας. Ένα τέτοιο σενάριο είχε ακουστεί παλαιότερα στη χώρα μας όμως είμαστε πολύ μακριά για μια τέτοια πολιτική κίνηση. Κι όμως είναι οξύμωρο με βάση του ότι στην Ελλάδα έχουμε μια ντουζίνα πολιτικά κόμματα και πέντε εκλεγμένα στη Βουλή με αρκετούς –προσφάτως- ανεξάρτητους βουλευτές, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας.
ΝΕΑ ΚΟΜΜΑΤΑ
Μία από τους οποίους είναι η Ντόρα Μπακογιάννη που δεν ακολούθησε την “γραμμή” του κόμματός της κι έτσι βρέθηκε διαγραμμένη από τη Νέα Δημοκρατία. Φυσικά δεν έχει νόημα να κάνουμε μια ακόμη πολιτική ανάλυση γράφοντας ότι η πρώην υπουργός επεδίωξε την διαγραφή της και άλλα πασίγνωστα. Το ζήτημα είναι να εκμεταλλευτούμε αυτήν της την πρόθεση για να μελετήσουμε το πιο πιθανό σενάριο που είναι η δημιουργία ενός κόμματος. Το ενδεχόμενο δεν απέχει πολύ (πιθανολογικά και χρονικά) από την πραγματικότητα αφού όλα δείχνουν πως σύντομα πολλά μέλη της Νέας Δημοκρατίας θα ασπαστούν μια νέα πολιτική κίνηση της Μπακογιάννη και θα ενταχθούν σε ένα νέο κόμμα. Τι σημαίνει πρακτικά αυτό; Αρχικά το προφανές. Η Νέα Δημοκρατία θα αποδυναμωθεί σε σημείο διάλυσης. Αν δε, λάβουμε υπόψη μας πως η μεγάλη διαρροή του κόμματος είναι το ΛΑ.Ο.Σ. από τα δεξιά, όλα δείχνουν πως η Μπακογιάννη θα αποτελεί μια μεγάλη διαρροή προς τα αριστερά(;) αφήνοντας την Νέα Δημοκρατία απελπιστικά μόνη στο κέντρο. Από την άλλη θα μιλάμε για ένα ακόμη κόμμα πέρα από τα παραδοσιακά. Και όσο μπορώ να θυμάμαι καμιά νέα πολιτική (κομματική) προσπάθεια δεν κατέληξε ιδανικά. Θυμηθείτε την “Πολιτική Άνοιξη” του Σαμαρά που δεν έφερε καμιά άνοιξη στην πολιτική του τόπου. Σημειώστε και τους “Φιλελεύθερους” του Στέφανου Μάνου που σαν την τραμπάλα ξεκινούσε από την δεξιά για να φτάσει προς τα αριστερά και τούμπαλιν.
Την Ντόρα Μπακογιάννη όμως πρόλαβε ο Φώτης Κούβελης που επ’ αφορμής του συνεδρίου του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. που αποτέλεσε το μεγάλο φιάσκο της αριστεράς, κατάφερε να διαφύγει του «κόκκινου βατερλό» και αποσύρθηκε μαζί με άλλους φυγάδες ή διαγραφέντες ιδρύοντας την «Ανανεωτική Αριστερά», τη νέα φωνή της αριστεράς. Αλήθεια, τι μπορεί να προσφέρει αυτό το νέο κόμμα στην διεφθαρμένη αριστερά που σίγουρα δεν εκπροσωπεί πλέον τη φωνή του αδικημένου λαού, παρά αποτελεί το βήμα του εξοργισμένου και διψασμένου για βία, νέου. Σε μια πολιτική λαοθάλασσα μια γνήσια αριστερή φωνή είναι απαραίτητη σήμερα.
Η ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
Στο μεταξύ, η πολιτική προσέγγιση που πρέπει να γίνει είναι καθαρά πρακτική. Σε μια περίοδο συνεχόμενων δοκιμασιών για την ελληνική κυβέρνηση και τον ελληνικό λαό, με το νέο ΦΠΑ να είναι για πρώτη φορά πάνω από τον Μέσο Κοινοτικό Όρο, με τα νέα μέτρα να αποτελούν θηλιά σε κάθε νοικοκυριό, με το νέο Ασφαλιστικό νομοσχέδιο να αποτελεί δίκοπο μαχαίρι για την ανακούφιση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων αλλά και το νέο αβέβαιο μέλλον των υπαλλήλων και φυσικά το φιλόδοξο σχέδιο του «Καλλικράτη» που προσδοκά να βάλει μια τάξη στην διαφθορά και στις οικονομικές ατασθαλίες του δημοσίου, μένει να διερωτηθούμε πως οι βουλευτές και τα πολιτικά κόμματα, μεγάλα και μικρά, παλιά και νέα, μπορούν να συμβάλλουν δημιουργικά στην εξυγίανση του κράτους. Μπορούν να συνεργαστούν με την κυβέρνηση ώστε η «εγχείρηση» να πετύχει, έστω μακροπρόθεσμα. Κι εδώ ο προβληματισμός είναι μεγάλος. Μήπως στο όνομα της πολιτικής επικράτησης για λίγες ποσοστιαίες μονάδες παραπάνω στις δημοσκοπήσεις, θα θυσιαστεί κάθε έννοια συμβολής προς το όφελος του κοινού καλού; Απ’ αριστερά έως δεξιά τι δημιουργικά διαφορετικό αλήθεια μπορεί να προσφέρει ο καθένας;
Αυτό θα το κρίνουμε εμείς κι όταν έρθει η ώρα του «ταμείου» θα φανεί η σημαντικότητα και η ουσία των νέων κομματικών παρατάξεων. Κι αν οι εκλογές είναι «η ώρα του λαού» τότε οι δημοσκοπήσεις αποτελούν τη σφυγμομέτρηση των ενδιάμεσων διαστημάτων. Σε μια τέτοια, την πρώτη που συμπεριελάμβανε τα νέα κόμματα, η Alco για λογαριασμό του newsit σε ερώτηση που αφορούσε τα δύο νέα κόμματα της Μπακογιάννη και του Κουβέλη, ο λαός ανέδειξε νικήτρια την πρώτη με ποσοστό 9,1% έναντι του αριστερού νέου αντιπάλου της που συγκέντρωσε 5,9%. Τα ποσοστά από μόνα τους είναι μεγάλα και προβληματίζουν σε ότι αφορά την συνολική πίτα ή το μέγεθος που μπορούν να δεσμεύσουν έναντι των «μεγάλων δυνάμεων». Εδώ κρίνεται σκόπιμο να αναλογιστούμε τι αλλαγές στο πολιτικό τοπίο της χώρας μπορούν να φέρουν τα ποσοστά αυτά. Με τα σημερινά δεδομένα δεν μιλάμε για την κυβέρνηση του κόμματος της Μπακογιάννη, μπορούμε όμως να μιλάμε για ποσοστά ικανά να την φέρουν στην Βουλή αφήνοντας κάποιον έξω. Μιλάμε για ποσοστά ικανά ίσως να αφήσουν ιστορικά κόμματα εκτός βουλής ή ακόμα περισσότερο, να ζημιώσουν μεγάλα κόμματα που θεωρητικά διεκδικούν την πλειοψηφία στη Βουλή. Αυτή, είναι η πολυπλοκότητα των νέων κομμάτων.
Και φτάνουμε στο τελικό συμπέρασμα. Έχουμε να κάνουμε με ανήσυχους πολιτικούς που χτίζουν ένα νέο δημιουργικό όραμα για την Ελλάδα ή κοινούς εγωιστές που δεν δέχονται να εναρμονιστούν στο σύνολο που ανήκουν; Σίγουρα η δημιουργία και λειτουργία πολιτικών κομμάτων αποτελεί χαρακτηριστικό δημοκρατίας, όμως τι ουσία έχει όταν δεν ωφελεί το κράτος; Δεν δέχομαι πως η Ντόρα Μπακογιάννη είναι πιο ικανή πολιτικός από τον Αντώνη Σαμαρά (ή το αντίστροφο) κι έτσι καμία αισιοδοξία δεν έχω για το νέο της πολιτικό βήμα. Ας μην ξεχνάμε πως πέρα από τα νέα και τα παλιά, επιχειρούν ριζικές αλλαγές ανανέωσης που προσπαθώ να καταλάβω αν αποτελούν ένα νέο καθαρό ξεκίνημα ή λίγη ακόμα στάχτη στα μάτια του ελληνικού λαού. Εν καιρώ θα έχουμε όλες τις απαντήσεις, όσο όμως τα “γαλάζια και κόκκινα παιδιά” μαλώνουν αλλάζοντας “παικτικές αλάνες” η Ελλάδα έχει ανάγκη από δράση. Δράση που προσπαθεί να προσφέρει η κυβέρνηση. Ας την κρίνουμε ή κατακρίνουμε, θεατές όμως δεν μένουμε. Οφείλουμε να συνεργαστούμε δημιουργικά, χωρίς μιζέρια και γκρίνια. Έχουμε χρέος στο μέλλον, στην χώρα μας, στα παιδιά μας. Και συμμέτοχος είμαι εγώ, είσαι εσύ, είναι ο κάθε πρώην «αθώος» αυτού του τόπου. Καλή Ελλάδα!