(0:00-1:10) Δεν έφτασα τυχαία εδώ. Όταν τα πρωινά τα παιδιά έπαιζαν στους δρόμους, εγώ κοιτούσα τον φωτεινό ουρανό κι όταν τις νύχτες φλέρταρα με τους φίλους μου εγώ ζητούσα μι’
αγάπη ανάμεσα στ’ αστέρια. Και έφτασα στον φωτεινό ουρανό. Κίνησα για ξένες χώρες, ξένες εμπειρίες κι έμαθα κι έπεσα κι απ’ το σήκωμα ξανάμαθα και ξανά χάμε βρέθηκα.
(1:11-3:26) Και τότε είχα φτάσει σε μια κορφή. Μα ήτονε ο προσωπικός μου πάτος. Κι ενώ εγνώριζα το δρόμο για να σηκωθώ, διάλεξα να μείνω για να πλάσω. Σε τούτα τα χρόνια δεν έφτασα ποτέ στ’ αστέρια μα έφτιαξα ο ίδιος δυο μικρά που έλαμπαν πιότερο, ακόμα και τη μέρα. Είχα τόσα να σκεφτώ, τόσα για να ονειρευτώ. Και πάλι όμως σαν πρόσφυγας πολίτης στο Νησί, διάλεξα δρόμο κι έφυγα. Κι όλα καλά φανήκανε μα είχε παρακάτω. Έζησα ένα όνειρο ανώτερο απ’ τα αστέρια και μύρισα τον έρωτα σαν το πιο μυρωδάτο νυχτολούλουδο. Κι ύστερα ξημέρωσε κι εκείνο κούρνιασε μακριά. Να προσμονώ το αποσπέριδο μήπως ανθίσει πάλι; ή μήπως στο δρόμο να διαβώ που ξέρω πιο καλά τους; Ναι. Θα πέσω πάλι και θα πιω, να σβήσω τα αστέρια, που λάμπουνε και με πονούν και φέγγουν σαν μαχαίρια. Είναι το τέλος μου αυτό; Μια ζωή σε κύκλους; Όποτε το χρώμα της ζωής να βρίσκω εκείνο να διαβαίνει;
(3:27-4:09) Όχι. Το τέλος θα το γράψω εγώ και θα’ ναι απ’ τον σηκωμό μου. Θα ζήσω να κοιτώ τον φωτεινό ουρανό που έβλεπ’ από τότες. Και τώρα θα έχω για να προσμονώ τα δυο μου τα αστέρια κι άλλα πολλά και πιο μικρά θα βρίσκω μεσ’ το διάβα. Το μέλλον αποφάσισα να έχει τη ζωή μου και τότε θα σταθώ ψηλά να φτιάξω ότι χάλασε και πάλι απ’ την αρχή. Έτσι έμαθα. Έτσι θα συνεχίσω. Κοιτώντας μια τον ουρανό κι άλλοτε τ’ αστέρια
:[
Παρατηρήστε ότι σε αυτό το κομμάτι δεν υπάρχει τέλος. Είναι πλέον των τεσσάρων λεπτών μια ασταμάτητη και συνεχόμενη αλληλουχία ηχητικής ελπίδας, την οποία κι αφιερώνω στον αδερφό μου
Διαβάστε περισσότερα.. »